Γράφει ο Νίκος Μπούνας*
Ενόψει των επερχόμενων εθνικών εκλογών, η ΝΔ έχει ως κυβέρνηση την πρωτοβουλία των κινήσεων και ένα σχετικά ευνοϊκό γι’ αυτή μιντιακό περιβάλλον, ώστε να καθορίσει σε μεγάλο βαθμό το πολιτικό κλίμα. Αυτό όμως που απασχολεί αυτή τη στιγμή περισσότερο τους διάφορους πολιτικούς παράγοντες, είναι η κατάσταση στην οποία βρίσκεται το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, και η δυνατότητά του να εμφανιστεί ως ισχυρή εναλλακτική πρόταση διακυβέρνησης.
Μετά από μια μακρά περίοδο εσωστρέφειας και απραγίας, ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ κατάφερε τον περασμένο Μάιο να υπερδιπλασιάσει τον αριθμό των μελών του μετά από το νεύμα-πρόσκληση του προέδρου του Α. Τσίπρα προς όλο τον προοδευτικό κόσμο. Με τα νέα μέλη που εντάχθηκαν, δημιουργήθηκε μια δυναμική σημαντική, την οποία όμως το κόμμα δεν εκμεταλλεύτηκε, ώστε αυτή να του δώσει ώθηση και αλυσιδωτά να μεταφερθεί και στην κοινωνία. Λόγω όμως της γενικότερης στασιμότητας στις πολιτικές εξελίξεις, υπάρχει ακόμα το περιθώριο, αυτή η οργανωτική ολιγωρία να διορθωθεί. Τα νέα μέλη περιμένουν, έστω και τώρα, από τα κομματικά όργανα, τόσο σε κεντρικό όσο και σε τοπικό επίπεδο, ένα ακόμα ειλικρινές νεύμα για συμπόρευση και κοινές δράσεις παραγωγής πολιτικής επί ίσοις όροις, χωρίς αποκλεισμούς και επετηρίδες. Αλλά και οι υπόλοιποι προοδευτικοί πολίτες περιμένουν πειστικές προτάσεις και χειροπιαστές δεσμεύσεις για να (ξανα)εμπιστευτούν τον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ.
Χωρίς δυσκολία διαπιστώνει κανείς σήμερα ότι σε ένα κόμμα που διεκδικεί την εξουσία, η απόλυτη ανάγκη για συντονισμένη αντιπολίτευση και κατάθεση μελετημένων προτάσεων με το βλέμμα στραμμένο στις κοινωνικές ανάγκες, επισκιάζεται από προσωπικές και φραξιονιστικές στρατηγικές που το καθηλώνουν σε μια αναιμική παρουσία στα πολιτικά πράγματα. Παρατηρείται επίσης, κεντρικά πολιτικά στελέχη να εμφανίζονται στις δημόσιες παρουσίες τους είτε στη βουλή είτε στα διάφορα τηλεοπτικά πάνελ, τουλάχιστον ανεπαρκή ως προς τη μαχητικότητά τους και την επιχειρηματολογία τους στην υπεράσπιση των θέσεων του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ. Η αιχμή του δόρατος παραμένει ο Α. Τσίπρας, σχεδόν πάντοτε κατάλληλα προετοιμασμένος, με στρατηγική και στοχευμένες κινήσεις, φαντάζει όμως απελπιστικά μόνος.
Ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να αποδείξει την πολιτική του ωριμότητα και να κατανοήσει ότι το 2022 δεν είναι 2015. Δεν αρκεί πλέον η επίκληση της ελπίδας που έρχεται, αλλά πρέπει αυτή να συνοδεύεται από ρεαλιστική και ενδελεχή πολιτική πρόταση. Έτσι θα μπορέσει να πείσει ως εναλλακτικός πόλος διακυβέρνησης και προοπτικής. Στα ζητήματα αιχμής χρειάζονται συγκροτημένες καθαρές προτάσεις, ώστε αφενός να διαφανούν ευθαρσώς οι διαφορές πολιτικής από τη ΝΔ και αφετέρου να αναδειχθεί ο κοινός τόπος ή και οι διαφωνίες με τις υπόλοιπες αριστερές και προοδευτικές δυνάμεις.
Απέναντι σε συγκεκριμένες πολιτικές που εφάρμοσε η κυβέρνηση της ΝΔ, ιδιαίτερα στα πεδία της κοινωνικής, της οικονομικής, της εκπαιδευτικής και της εξωτερικής πολιτικής, ο ΣΥΡΙΖΑ έχει μοναδική ευκαιρία να αντιπαραθέσει τις δικές του πειστικές προτάσεις. Στη βάση των αποφάσεων και ενεργειών του κατά τη διάρκεια της δικής του διακυβέρνησης, και μάλιστα κάτω από τις ιδιαίτερα δυσμενείς μνημονιακές συνθήκες, αλλά και του σαφούς ιδεολογικού του προσανατολισμού, θα μπορούσε να μετατρέψει τα πεδία αυτά σε προνομιακά για τον ίδιο και να δημιουργήσει συγκριτικά πλεονεκτήματα υπέρ του. Απαραίτητη προϋπόθεση η πολιτική σύγκλιση όλων των εσωκομματικών δυνάμεων, τόσο σχετικά με τους στόχους όσο και την τακτική του κόμματος, αλλά και η οργανωτική επανεκκίνηση στα κομματικά όργανα, κυρίως σε τοπικό επίπεδο.
Επιπλέον, ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ έχει σήμερα, μετά και την πρότερη εμπειρία του στη δική του διακυβέρνηση, τη δυνατότητα να αναβαθμίσει τον ρόλο του και σε διεθνές επίπεδο. Σε μια Ευρωπαϊκή Ένωση που κλυδωνίζεται και που στις συνεχόμενες κρίσεις των τελευταίων ετών αποδεικνύεται όλο και πιο βραδυκίνητη και αναποτελεσματική, ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να καταδείξει πιο εμφατικά και αυστηρά τα αδιέξοδα της νεοφιλελεύθερης κατεύθυνσης της ΕΕ και να προβάλει τις δικές του διαχρονικές θέσεις για τη λειτουργία και τον ρόλο της ενωμένης Ευρώπης. Παράλληλα, είναι τώρα σίγουρα πιο ευνοϊκό το πολιτικό περιβάλλον, ώστε να χτίσει πολιτικές συμμαχίες σε ευρωπαϊκό επίπεδο, ακόμα και να ηγηθεί αυτών.
Οι διαπιστώσεις και οι εκτιμήσεις που παραθέσαμε εδώ αναφορικά με τον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, θέτουν απλά ένα πλαίσιο δυνητικής δράσης. Οποιεσδήποτε πολιτικές πρωτοβουλίες, όμως, θα πρέπει να λάβουν υπόψη επιπλέον καθοριστικούς παράγοντες του πολιτικού παιχνιδιού, όπως είναι ο πολιτικός χρόνος, οι κινήσεις του αντιπάλου, οι ενδεχόμενες μετεκλογικές συμμαχίες ή ακόμα και η μεταβολή της πολιτικής κουλτούρας που μπορεί να προκαλέσει μεσοπρόθεσμα ή μακροπρόθεσμα η για πρώτη φορά εφαρμογή του εκλογικού συστήματος της απλής αναλογικής.
*Ο Νίκος Μπούνας είναι πολιτικός επιστήμονας και διεθνολόγος, ειδικός επί ευρωπαϊκών θεμάτων.