ΙΧΝΗΛΑΤΩΝΤΑΣ….θέσεις για το ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ, την ΦΥΣΗ, το ΚΥΝΗΓΙ: Γράφει ο Κώστας Λύτρας
Ακόμα και σήμερα – ίσως και αύριο αλλά και για πάντα – το να συζητήσεις με ένα αγρότη τις «καταστρεπτικές συνέπειες των φυτοφαρμάκων» αποτελεί μια εξαιρετικά δύσκολη υπόθεση, ιδιαίτερα αν είσαι αστός κυνηγός μαθημένος να επικαλείσαι μονομερείς «αφορισμούς», που δεν λαμβάνουν υπόψη τις ανάγκες των ανθρώπων της υπαίθρου και το σημερινό οικονομικό περιβάλλον…
Αλήθεια, έχετε άραγε σκεφθεί ότι ο αφοριστικός τρόπος με τον οποίο ενίοτε ο δικός μας «κόσμος» αντιμετωπίζει τη σχέση του αγρότη με τα φυτοφάρμακα έχει πολλές ομοιότητες με τον δογματισμό που αναπτύσσουν έναντι «υμών» κάποιες περιβαλλοντικές οργανώσεις;
Ο μέσος Έλληνας αγρότης γνωρίζει ότι τα φυτοφάρμακα «σώζουν» τις ελιές του από τον δάκο και αυξάνουν το εισόδημά του. Και δυστυχώς αυτή η πεποίθηση προέρχεται από μια «κατακτημένη» εμπειρία, από μια βιωματική σχέση του με ένα κομμάτι γης, με ένα σταροχώραφο που δουλεύει χρόνια, με έναν ελαιώνα από τον οποίο θρέφει τη φαμίλια του. Να με συμπαθάτε λοιπόν, αλλά ο τύπος από την μεγαλούπολη με τη λοκατζίδικη στολή, τα άρβυλα των 150 ευρώ και το θηριώδες 4Χ4 που διαμαρτύρεται επειδή το πόιντερ του δεν συνάντησε θηράματα στο εκπαιδευτικό διήμερο. Λίγο μπορεί να τον ενδιαφέρει…
Πολύ περισσότερο μάλιστα, όταν κάποιος από εμάς ψελλίζει τους συνηθισμένους «αφορισμούς» για τα φυτοφάρμακα, χωρίς να έχει την παραμικρή ιδέα για τα δάνεια προς την Τράπεζα που «τρέχουν» για το τρακτέρ που είναι υποθηκευμένο και για τα παλικάρια που αναγκάστηκαν να φύγουν από το χωριό για την Αθήνα.
Η κυνηγετική κοινότητα οφείλει να προσεγγίσει το ζήτημα των φυτοφαρμάκων και της χρησιμοποίησής τους από αγρότες με νηφαλιότητα, γνώση και ανοιχτό μυαλό. Όχι μόνο γιατί έτσι θα εξασφαλίσει προϋποθέσεις διαλόγου και προσέγγισης μ’ έναν «κόσμο» που μας ενδιαφέρει, αλλά και γιατί μόνο έτσι θα καταφέρει να «ακουστεί». Εκτός αν μας βολεύει να κυνηγάμε «χίμαιρες»…
Το άρθρο που ακολουθεί βασίστηκε σε εργασία του καθηγητή του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων Τριαντάφυλλου Αλμπάνη και επιχειρεί να θέσει «αντιμέτωπες» τις δύο όψεις του ζητήματος.
…Για να αναπτυχθεί και να επιβιώσει πάνω στον πλανήτη ο άνθρωπος ήταν και είναι αναγκασμένος να μεταβάλλει μερικές ισορροπίες των οικοσυστημάτων προκειμένου να αντλήσει ενέργεια και αγαθά. Η γεωργία αποτελεί τέτοιο παράδειγμα, που δεν αναστατώνει την ισορροπία μόνο ανάμεσα στα φυτά, αλλά και μεταξύ φυτών και ζώων. Περιλαμβάνει μια πάλη ενάντια στα παράσιτα, τα ζιζάνια και στις ασθένειες των φυτών, πάλη που για χιλιάδες χρόνια στηρίχθηκε στον σεβασμό των πλουτοπαραγωγικών πηγών τη Γης. Από τα 100000 περίπου είδη μυκήτων και άλλων μικροοργανισμών, ένας πολύ μικρός αριθμός αφορά βλαβερά που προκαλούν σοβαρές ζημιές στη γεωργία (μόλις 200 είδη).
Στη φύση, όμως, παρατηρούνται ισορροπία, πολυπλοκότητα στις σχέσεις μεταξύ φυτικών και ζωικών οργανισμών, καθώς και συνύπαρξη μεταξύ παρασίτων και ξενιστών. Αυτή η ισορροπία διαταράσσεται σε σημαντικό βαθμό με την καλλιέργεια μεγάλων εκτάσεων με ένα μόνο είδος φυτού, καθώς δημιουργείται ένα αφύσικο περιβάλλον, ασταθές και με μικρό αριθμό μικροοργανισμών.
Οι νέες συνθήκες ζωής ευνοούν συνήθως τον πολλαπλασιασμό ενός ή περισσότερων βλαβερών μικροοργανισμών για τη συγκεκριμένη καλλιέργεια. Χωρίς εχθρούς και ανταγωνιστές, τα παράσιτα αυτά θα επικρατήσουν άνετα και θα προκαλέσουν μεγάλες ζημιές. Επομένως είναι απαραίτητη η καταπολέμησή τους, που στις μέρες μα γίνεται με χημικά μέσα, τα γνωστά γεωργικά φάρμακα ή φυτοφάρμακα όπως έχει επικρατήσει να λέγονται.
Ο αριθμός των ανθεκτικών παρασίτων και εντόμων έχει αυξηθεί. Η δημιουργία ανθεκτικών ποικιλιών οδηγεί αναπόφευκτα στην αύξηση τόσο του αριθμού όσο και των δόσεων των ραντισμάτων με πιο τοξικά φυτοφάρμακα, με αποτέλεσμα τη γρηγορότερη έξαρση των περιβαλλοντικών προβλημάτων που με τη σειρά τους επιφέρουν πτώση της παραγωγής, δηλητηρίαση φυτών και ζώων και εμφάνιση νέων επιδημιών. Επιπλέον, η μη εκλεκτικότητα των παρασιτοκτόνων καθιστά αναγκαίες τις αυξήσεις των δόσεων, ιδιαίτερα μετά την εξολόθρευση των πουλιών που αποτελούν τους κυριότερους εχθρούς των εντόμων.
Χαρακτηριστική περίπτωση είναι αυτή του ποταμού Λουδία, όπου διοχετεύονται και στραγγίζουν οι γεωργικές εκτάσεις που αρδεύονται από τους ποταμούς Αξιό και Αλιάκμονα, και σήμερα είναι σχεδόν νεκρός, σε σχέση με τη φυσική του κατάσταση πριν από δέκα χρόνια. ‘Όπως αναφέρει ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, κάθε χρόνο δηλητηριάζονται 1.500.000 περίπου άνθρωποι, ενώ από αυτούς πεθαίνουν περισσότεροι από 20.000.