(Α’ Μέρος)
Του Αντώνη Κολιάτσου
Την Ίδρυση Κέντρου Βυζαντινών Σπουδών στην Άρτα, που θα λειτουργεί στο πλαίσιο του Πανεπιστημίου Ηπείρου (Ιωαννίνων), πρότεινε ο γράφων κατά την εκδήλωση: «ΕΠΙΣΚΕΨΗ ΜΕΛΕΤΗΣ & ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ» η οποία πραγματοποιήθηκε την περασμένη Τετάρτη(27/07/2021) στον αύλειο χώρο της Γαρουφάλειας στέγης, με πρωτοβουλία του κ. Χρυσόστομου Στύλιου και συνεργατών του, καθηγητή τμήματος Πληροφορικής και Τηλεπικοινωνιών του ως άνω Πανεπιστημίου και μέλους του Εθνικού Τομεακού Επιστημονικού Συμβουλίου «Πολιτικής Δεδομένων και Τεχνητής Νοημοσύνης». «Εξ’ άλλου είναι γνωστό ότι τουλάχιστον ο μνημειακός βυζαντινός πλούτος της περιοχής συναγωνίζεται εκείνον του Μυστρά (σ. σ, πολλοί θεωρούν την Άρτα δεύτερη στην επικράτεια μετά τον Μυστρά σε βυζαντινά μνημεία), ότι η ιστορία της, από την Αρχαία Αμβρακία το Δεσποτάτο της Ηπείρου και των προ, κατά και μετά το 1821 περιόδων κ.ά είναι πυκνή σε αξιοσημείωτα γεγονότα και σε αναφορές σημαντικών Αρτινών και Ηπειρωτών προσωπικοτήτων που η παρουσία τους επηρέασε καθοριστικά όχι μόνο την πορεία του γενέθλιου τόπου τους αλλά και εκείνη του Ελληνικού Έθνους. Η δημιουργία, επομένως, ενός τέτοιου εκπαιδευτικού φορέα είναι χρήσιμη για την επιστημονική έρευνα αλλά και πολλαπλά ωφέλιμη για την ξεχασμένη Άρτα», ήταν το βασικό σκεπτικό του γράφοντος προκειμένου να δικαιολογήσει την πιο πάνω πρόταση.
Ωστόσο, ο ίδιος, αναφερόμενος σε περισσότερα στοιχεία σχετικά με την τελευταία, έρχεται με το παρόν σημείωμα να επισημάνει ότι το εν λόγω ίδρυμα θα λειτουργεί ως Κέντρο Μεταπτυχιακών Σπουδών φοιτητών Πανεπιστημίων της ημεδαπής και αλλοδαπής που θα καλύπτει όλο το εύρος του Βυζαντινού Πολιτισμού (αρχαιολογία, ιστορία, φιλολογία), και θα έχει ως αντικείμενο: την διεξαγωγή έρευνας ιδίως στους τομείς της Βυζαντινής Αρχαιολογίας και Τέχνης, της Βυζαντινής Ιστορίας, της ομώνυμης Φιλολογίας και Φιλοσοφίας, τη μελέτη της δημώδους παράδοσης κατά τη Βυζαντινή και Μεταβυζαντινή περίοδο. καθώς και την ανάπτυξη των Επιστημών και του Δικαίου κατά τη διάρκεια της Βυζαντινής περιόδου, με σημείο αναφοράς την περιοχή του νομού Άρτας αλλά και της ευρύτερης περιοχής της Ηπείρου.
Ακόμη, στο εν λόγω Κέντρο θα μπορεί να εκτελείται μέρος ή και το σύνολο της διδακτορικής διατριβής υποψηφίων διδακτόρων, ενώ, το ίδιο σε συνεργασία με το Τμήμα Φιλολογίας και το Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Ηπείρου (Ιωαννίνων) και υπό την αιγίδα της Ελληνικής Επιτροπής Βυζαντινών Σπουδών θα μπορεί να καταστήσει την Άρτα τόπο διεξαγωγής διεθνών συνεδρίων για το Βυζάντιο και ειδικότερα για την ερευνητική αξιοποίηση των ιστορικών μνημείων που βρίσκονται στην ευρύτερη περιοχή της Ηπείρου με επίκεντρο την Άρτα.
Ως εκ τούτου το ούτως ειπείν Αρτινό «Ινστιτούτο Έρευνας Βυζαντινού Πολιτισμού» στα πλαίσια της προώθησης της έρευνας και της συνεργασίας με ομόλογα ημεδαπά και διεθνή ιδρύματα και την ανάπτυξη διεπιστημονικών επαφών λειτουργών του με συναδέλφους τους στην Ελλάδα και το εξωτερικό, θα δημιουργήσει έναν δίαυλο επικοινωνίας της περιοχής με άλλες του κόσμου , κάτι που αναμφίβολα θα συμβάλλει στην τόσο αναγκαία για την Άρτα εξωστρέφεια.
Υπό αυτή την εκδοχή ότι σε ένα πανελλήνιο επιστημονικό συνέδριο, για παράδειγμα, με θέμα: «Η Βυζαντινή Ήπειρος μέσα από τα κείμενα ευρωπαίων περιηγητών κ.ά», ή σε ένα αντίστοιχο διεθνές συμπόσιο αναφορικά με «Την Ελληνορωμαϊκή Αρχαιότητα και το Βυζάντιο. Δημόσιος και Ιδιωτικός Βίος», η σε αντίστοιχο με αντικείμενο: «Οι υπηρεσίες πληροφοριών στους βυζαντινούς χρόνους»», που θα διεξαγόταν στην Άρτα, αυτή η πλειάδα των συμμετασχόντων επιστημόνων, οι οποίοι θα έχουν την ευτυχία να γνωρίσουν τον πολιτισμικό πλούτο της περιοχής, να απολαύσουν τις φυσικές ομορφιές της και να γευτούν τα κατανόστιμα αγροτικά προϊόντα μαζί και τα ξεχωριστά εδέσματα της παραδοσιακής Αρτινής κουζίνας, μήπως θα ήταν και εν δυνάμει πρεσβευτές της συνολικής ομορφιάς της Άρτας; Και η… μεταφερόμενη στον τόπο τους πραγματοποιούμενη από τους ίδιους αφηγηματική αναπαράστασή της, ενώπιον γνωστών και φίλων τους, μήπως θα αποτελούσε μια ισχυρή παρότρυνση να επισκεφτούν την πόλη;
Το ερώτημα ωστόσο, που θέτουν οι σκεπτικιστές αν όχι αμφιβάλλοντες για την δυνατότητα η πρόταση του γράφοντος να λάβει σάρκα και οστά,, είναι το «πως, πότε και με ποια χρηματοδότηση» θα μπορέσει να στηθεί ένα τόσο σοβαρό έργο. Η απάντησή του είναι απλή και ευθεία: Με βαθιά πίστη των εδώ ιθυνόντων στην πραγμάτωσή του. Και η ομόθυμη απόφαση σε συνδυασμό με την συλλογική όσο και μαχητική διεκδίκηση της υλοποίησής του, από τους λογής αρμοδίως εμπλεκόμενους φορείς της ελληνικής πολιτείας. Και με πλάνο ενεργειών, παρόμοιο με εκείνο των ιθυνόντων της Λακωνικής πολιτείας, οι οποίοι πέτυχαν την ίδρυση του επίμαχου «Κέντρου Βυζαντινών Σπουδών» με την επωνυμία «Ινστιτούτο Έρευνας Βυζαντινού Πολιτισμού (ΙΝ.Ε.ΒΥ.Π.)» με έδρα τον Μυστρά, από τον Αύγουστο του 2007. Το Προεδρικό Διάταγμα (ΠΔ), υπ’ αριθμ. 155/2007 ΦΕΚ 198/Α/23-8-2007, ειδικότερα, σε προσομοίωση στα σημερινά χρονικά και τοπικά ισχύοντα ίσως αποτελέσει τον μπούσουλα που θα πρέπει να ακολουθηθεί από τους εδώ αρμοδίους παράγοντες (σ. σ, πολιτικούς, αυτό-διοικητικούς, εκκλησιαστικούς πολιτιστικούς, μεγάλες επιχειρήσεις χορηγούς κ.ά), προκειμένου να προκύψει επιτυχές αποτέλεσμα.
Αλλά περί της προσομοίωσης του προμνησθέντος ΠΔ και των κατάλληλων ενεργειών που θα προκύψουν θα αναφερθούμε αναλυτικότερα σε ένα δεύτερο σχετικό σημείωμα.
(*) email:akoliatsos@gmail.com