Ας τελειώσουμε την συζήτηση σχετικά με το αν μπορεί ή όχι το Κράτος να επιβάλλει τον υποχρεωτικό εμβολιασμό άμεσα ή έμμεσα. Η απάντηση είναι θετική και σιγά- σιγά τα Δικαστήρια θα αρχίσουν να βγάζουν σχετικές αποφάσεις. Παρόλα αυτά θα πρέπει να υπάρχουν ορισμένοι νομικοί περιορισμοί και ο ένας από αυτός είναι η απόλυτη απόδειξη ότι οι ανεμβολίαστοι βλάπτουν άλλα πρόσωπα, εκτός από τους εαυτούς τους.
Ο ισχυρισμός ότι εν μέσω πανδημίας, οι μη εμβολιασμένοι βρίσκονται σε κίνδυνο βαρύτερης νόσησης, με αποτέλεσμα να πρέπει να νοσηλευτούν και ενδεχομένως να κινδυνεύσουν και με θάνατο, δεν είναι λόγος ουσιαστικός. Υπάρχουν και άλλοι ασθενείς, οι οποίοι έχουν την τάση να αυτοβλάπτονται, όπως είναι οι χρόνιοι καπνιστές, οι αλκοολικοί, οι υπέρβαροι και βέβαια οι χρήστες ναρκωτικών ουσιών, οι οποίοι χρησιμοποιούν το εθνικό σύστημα υγείας και μάλιστα το κράτος έχει αποδεχθεί τη νοσηλεία τους, χωρίς να έχει επιβάλλει σε αυτούς οποιονδήποτε περιορισμό στην κυκλοφορία ή στον τρόπο ζωής τους.
Επιπλέον μέχρι στιγμής, τουλάχιστον στο ελληνικό σύστημα, κανένας αλκοολικός, υπέρβαρος ή καπνιστής δεν έχει κάποιου είδους κύρωση, που να σχετίζεται με αυξημένες ασφαλιστικές εισφορές, με αυξημένα νοσήλεια ή με μη κάλυψη ιατρικών και λοιπών εξόδων, λόγω της ασθένειάς του, η οποία σε μεγάλο βαθμό οφείλεται στην επιλογή του τρόπου ζωής των ασθενών (αυτοβλάβη). Γενικώς σε κανένα κράτος που έχει έστω και μια βάση δικαίου, η αυτοβλάβη δεν τιμωρείται.
Είναι λοιπόν σημαντικό να υπολογιστεί αν ο ανεμβολίαστος εκτός από βλάβη στον εαυτό του, μπορεί να προκαλέσει και βλάβη σε τρίτο πρόσωπο. Αν και δεν είναι απολύτως βέβαιο το ποσοστό μείωσης της μεταδοτικότητας από τον εμβολιασμένο, εκτιμάται περίπου στο 50% , δηλαδή ο εμβολιασμένος μεταδίδει 50% λιγότερο από τον ανεμβολίαστο.
Όταν λοιπόν κάποιος μεταδίδει περισσότερο κατά ένα τόσο μεγάλο ποσοστό μπορούμε να πούμε ότι δίδεται ένα έρεισμα στο κράτος να του περιορίσει την πρόσβαση σε κάποιους χώρους ή δραστηριότητες. Σε ποιο βαθμό μπορεί να τον περιορίσει είναι μια άλλη συζήτηση, πολύ σημαντική βέβαια και αυτή και σχετίζεται με την αναλογικότητα.
Ήδη έγκριτοι νομικοί και καθηγητές Πανεπιστημίου έχουν ξεκινήσει έναν διάλογο, αναφορικά με το αν τα μέτρα που λαμβάνει η κυβέρνηση έχουν ως στόχο την προστασία των ανεμβολίαστων ή την τιμωρία αυτών, γιατί σε ένα δημοκρατικό κράτος, δεν νοείται να λαμβάνονται μέτρα με τιμωρητικό χαρακτήρα.
Ειδικά δε για την αναγκαιότητα της λήψης των μέτρων σχετίζονται και με την αντοχή του συστήματος υγείας , για το οποίο και τόσους μήνες προχωρήσαμε σε καταστάσεις καραντίνας: Επομένως, υπάρχει και αυτή η “αντικοινωνική” διάσταση του μη εμβολιασμού, εφόσον ο ανεμβολίαστος έχει αξίωση νοσηλείας από το κράτος και υποβάλλει με αυτόν τον τρόπο τον εαυτό του σε κίνδυνο και ίσως και σε άλλους στερώντας τους μια κλίνη ΜΑΦ ή ΜΕΘ εν καιρώ υγειονομικής κρίσης.
Τα ζητήματα λοιπόν του εμβολιασμού δεν είναι ούτε εύκολα, ούτε αφοριστικά. Η Πολιτεία, εξίσου με τους πολίτες, πρέπει να συνυπολογίσει πολλούς παράγοντες και τα μέτρα πρέπει να είναι σοβαρά και έγκυρα. Το μόνο που έχει σημασία είναι να προστατευτεί το σύνολο των πολιτών (εμβολιασμένοι και ανεμβολίαστοι) με συνυπολογισμό των επιπτώσεων τόσο των πράξεών μας, όσο και των πολιτικών αποφάσεων και δράσεων.