19.3 C
Arta
20 Σεπτεμβρίου 2024

ο Ι. Μεταξάς και οι παραχαράκτες της ιστορίας του «ΟΧΙ» (Α’ μέρος)

Διαβάστε επίσης

Γράφει ο
Αντώνης Κολιάτσος
( e-mail akoliatsos@

ποιος να πιστέψει την ιστορία, όταν για πράγματα
που έγιναν μόλις χθες λέγονται τόσα ψέματα»;
Όττο Φον Μπίσμαρκ

Λέγεται ότι η ιστορία έχει τρείς όψεις. Τη δική της, την όψη των πλαστογράφων και παραχαρακτών της και εκείνη της αλήθειας. Στην Ελλάδα, ωστόσο, μετά τη Μεταπολίτευση, που η ιδεολογική ηγεμονία της Αριστεράς είναι αδιαμφισβήτητη, τουλάχιστον η νεώτερη ιστορία ξαναγράφεται με τέτοια επιστημονική ελαφρότητα και αναθεωρητική επιμέλεια από τους αριστερόφρονες ιστοριογάφους .ώστε να κινδυνεύει να χάσει την αξιοπιστία της.. Ήταν επομένως κατά μία έννοια αναμενόμενος ο «ιστορικός δυϊσμός», αναφορικά με την εν πολλοίς αμφιλεγόμενη προσωπικότητα του Ι. Μεταξά και ειδικότερα με την διαφορετική «ιδεολογικό-πολιτική» οπτική που οι μεν βλέπουν το ιστορικό «ΟΧΙ» του 40 να το λέει ο Μεταξάς και οι δε ο ελληνικός λαός.
Γιατί μπορεί ο Ιωάννης Μεταξάς, που εκείνο το πρωινό της 28 ης Οκτωβρίου 1940 απέρριπτε το ιταμό τελεσίγραφο του Μουσολίνι να μην είχε την δημοκρατική νομιμοποίηση με την ψήφο των Ελλήνων πολιτών. Ναι να ήταν ένας δικτάτορας… Αλλά τις κρίσιμες εκείνες ώρες για την τύχη της ελληνικής πατρίδας, ήταν ο κατάλληλος άνθρωπος στην κατάλληλη θέση. Και είτε το θέλουν είτε όχι όσοι επιμένουν να μηδενίζουν τον ρόλο των προσωπικοτήτων στη διαμόρφωση της ιστορίας, ο Ι. Μεταξάς ήταν αυτός που το ξημέρωμα της 28 ης Οκτωβρίου 1940 εξέφραζε το αίσθημα των Ελλήνων, όλων των παρατάξεων, οι οποίοι έγραψαν σελίδες δόξης στο έπος της Αλβανίας αποσπώντας τον παγκόσμιο θαυμασμό. Καιρός, ωστόσο, όσοι αναπολούν με νηφαλιότητα τη δόξα εκείνων των ημερών να δώσουν …το λόγο στα γεγονότα του παρελθόντος, και να… ακούσουν να τα διηγούνται εμβληματικές προσωπικότητες εκείνης και της απώτερης εποχής, που ήταν παρόντες είτε πρωταγωνίστησαν στη διαμόρφωσή τους… Τότε, με «ιδεολογικό-πολιτικό-κομματική» απόσταση, κοινό νου και κρίση αγαθού ανθρώπου, ίσως καταφέρουν να δουν ποιος ο πραγματικός ρόλος του Ιωάννη Μεταξά, στο γεγονός του ιστορικού «ΟΧΙ» στον Ιταλό εισβολέα. Ακόμη, ίσως πολλών νεώτερων, που παραμένουν προβληματισμένοι με τα περίεργα της εποχής, λυθεί και η απορία «πως έγινε και ο φασίστας Μεταξάς, δεν συμμάχησε με τον ναζισμό του Χίτλερ και τον φασισμό του Μουσολίνι», τον οποίο , αντίθετα, μετά το «ΟΧΙ» στον Γκράτσι τα παιδιά της Ελλάδος τον πολέμησαν σκληρά.
Ο γράφων σε καμία περίπτωση δεν διεκδικεί ιδιότητα έγκυρου ιστορικού αναλυτή. Πολύ δε περισσότερο ρόλο απολογητή του αρχηγού της 4 ης Αυγούστου. Αντίθετα, με αφορμή την επέτειο της 28 ης Οκτωβρίου 1940, θέλησε να καταθέσει τις δικές του σχετικές απόψεις, πολλές από τις οποίες μάλιστα είναι από αφηγήσεις του αείμνηστου Χρ. Κολιάτσου (σ. σ, αδελφός του πατέρα μου), ο οποίος ως δημοσιογράφος της εφημερίδας «Καθημερινή» έζησε από πολύ κοντά τα προ, κατά και μετά την 28 η/10/1940 πολιτικά, κοινωνικά και πολεμικά γεγονότα (σ.σ, ήταν πολεμικός απεσταλμένος της «Καθημερινής» στον πόλεμο του 40 και συγγραφέας του βιβλίου «Σελίδες Δόξης»).

οι αφηγήσεις των πρέσβεων Εμμανουέλ Γκράτσι και Μακ Βη

  1. Ο ιταλός πρεσβευτής, Εμανουέλ Γκράτσι, ο οποίος μέχρι την 2 30΄πρωινή της 28 ης Οκτωβρίου 1940 χαρτόπαιζε σε φιλικό σπίτι των Αθηνών, ανήλθε με τον στρατιωτικό ακόλουθο της Ιταλικής Πρεσβείας που οδηγούσε και έναν διερμηνέα στην Κηφισιά, όπου διέμενε ο πρωθυπουργός: «Εις τας 3 παρά 10΄ ευρισκόμεθα έξω από την είσοδο της μικράς επαύλεως. Ο διερμηνέας ανέφερε εις τον σκοπόν ότι ο πρεσβευτής της Ιταλίας ήθελε να κάμη στον πρόεδρον της κυβερνήσεως επείγουσαν ανακοίνωσιν. Ο χωροφύλαξ ήρχισε να κτυπά ένα ηλεκτρικό κουδούνι. Ουδείς όμως ήκουε. Επεριμέναμεν και οι τρείς μας ολίγα λεπτά της ώρας, που μας εφαίνοντο ατέλειωτα, με την καρδίαν σφιγμένην εις την σκέψιν ότι το καθήκον μας καθίστα συνενόχους μιας τοιαύτης ατιμίας. Εις το τέλος ενεφανίσθη ο ίδιος ο Μεταξάς εις μίαν μικράν θύραν της υπηρεσίας, με ανεγνώρισε και διέταξε να μου επιτραπεί η είσοδος[…]. Μόλις κάθισα , απευθυνόμενος στον πρωθυπουργό του είπα: Εξοχώτατε, η κυβέρνησή μου με επεφόρτισε να σας επιδόσω μια επείγουσα ανακοίνωση.. Και του ενεχείρισα τον φάκελο χωρίς να προσθέσω κάτι άλλο. Ο Μεταξάς άνοιξε τον φάκελο και άρχισε να διαβάζει το έγγραφο, το οποίο ήταν γραμμένο στη γαλλική γλώσσα. Αι χείρες του κατά την ανάγνωσιν έτρεμον ελαφρά και δια μέσου των διοπτρών του είδα τους οφθαλμούς του δακρύζοντας[…]», γράφει στα απομνημονεύματά του ο κόμης Γκράτσι και συνεχίζει: « Με το μακροσκελές τελεσίγραφο η ιταλική κυβέρνηση εγκαλούσε τη χώρα μας ότι παραβιάζει την διακηρυγμένη ουδετερότητά της, διευκολύνοντας παντοιοτρόπως τους Βρετανούς. Ότι προέβη σε προκλητικές ενέργειες έναντι του αλβανικού έθνους, μέσα από μια τρομοκρατική πολιτική που υιοθέτησε έναντι του πληθυσμού της Τσαμουργιάς. Και ως εγγύηση της ουδετερότητας της Ελλάδος και της ασφάλειας της Ιταλίας, η τελευταία ζητούσε από την ελληνική κυβέρνηση να καταλάβει δια των ιταλικών ενόπλων δυνάμεων προσωρινά (σ.σ για όσο χρόνο διαρκούσε η ρήξη της Ιταλίας με ην Αγγλία) ορισμένα στρατηγικά σημεία του ελληνικού εδάφους. Ο Έλλην πρωθυπουργός ατενίζοντάς με, και με φωνήν συγκεκινημένην, αλλά σταθεράν , μου είπεν: Ώστε έχομεν πόλεμον; Δεν είναι τούτο απαραίτητο, του απάντησα. Η Ιταλική κυβέρνησις ελπίζει ότι θα δεχτήτε την αξίωσίν της και θα αφήσετε τα Ιταλικά στρατεύματα να διέλθουν δια να καταλάβουν τα στρατηγικά σημεία της χώρας[… ]. ΟΧΙ! Ούτε λόγος δύναται να γίνει περί ελευθέρας διελεύσεως[…].. Η Ιταλία η οποία δεν μας παρέχει καν την δυνατότητα να εκλέξωμεν μεταξύ πολέμου και ειρήνης, κηρύσσει ουσιαστικώς τον πόλεμον εναντίον της Ελλάδος. Κατόπιν ο Μεταξάς εγειρόμενος και υποδεικνύων ότι η συνομιλία μας έχει τελειώσει, προσέθεσε: Πολύ καλά ,λοιπόν, έχομεν πόλεμον». . Με τα πιο πάνω ο Γκράτσι καταγράφει τον δραματικό διάλογο που είχε με τον Μεταξά. Όπως δε στη συνέχεια έκανε γνωστό, ο ίδιος «υποκλίθηκε: με βαθύτατο σεβασμό. προ του υπερηφάνου γέροντος, ο οποίος δεν εδίστασεν ουδ’ επί στιγμήν να εκλέξη δια την πατρίδα του την οδόν της θυσίας, αντί της ατιμώσεως και αναχώρησα». (σ. σ,
    Em. Grazzi (I I) principio della fine, σελ.241)
  2. Εκείνη την ώρα, το ρολόι της ιστορίας σήμαινε για τη μεγάλη απόφαση, που θα καθόριζε την μεταπολεμική πορεία της χώρας. Και αυτή την ώρα ο ιταλός εισβολέας είχε απέναντί του έναν Έλληνα ηγέτη, που παρά το απροκάλυπτα δικτατορικό καθεστώς που με την ευλογία του Βασιλιά από την 4 η Αυγούστου 1936 είχε εγκαθιδρύσει και την αντίθεση του μεγίστου μέρους του λαού προς αυτό, ενσάρκωνε τα τρία θεμελιώδη συναισθήματα τα οποία από τους πανάρχαιους χρόνους αποτελούν την ειδοποιό διαφορά της ελληνικής φυλής αλλά και την κινητήρια δύναμη της ψυχής του έθνους κατά τη μεγάλη δοκιμασία που διαγράφονταν. Το συναίσθημα της τιμής, της αξιοπρέπειας και της ελευθερίας, τα οποία θεμελιωμένα επί της πεποιθήσεως στο δίκαιο και επί μιας εθνικής αισιοδοξίας που εμάς τους δεν εγκαταλείπει ούτε στις δυσχερέστερες στιγμές, είναι αυτά που διαμόρφωσαν το χαλύβδινο ηθικό για να εκστομισθεί εκείνο το μεγαλειώδες «ΟΧΙ», πάνω στο οποίο θα προσέκρουε και θα συνθλίβονταν η πολεμική μηχανή του Μουσολίνι. Και δεν χρειάστηκαν παρά μόνο τρεις ώρες για να συντελεστεί η εμπλοκή της Ελλάδας στη δίνη του Β΄ Παγκοσμίου πολέμου και η μεταπήδηση του έθνους από την ειρήνη της υποδούλωσης στην αιματηρή δοκιμασία της πολεμικής αντίδρασης.
    «ο ατομικιστής Έλλην δεν ταιριάζει με την ολοκληρωτικήν νοοτροπίαν και δεν αποκαλύπτω μυστικά λέγων ότι πολλοί επέκριναν αλλά ολίγοι καταπολέμουν την δικτατορίαν Μεταξά. Όταν όμως η ξένη απειλή άρχισε να επιδεινούται, το μυαλό των Ελλήνων εστράφη από τα τοπικά ζητήματα εις τον κοινόν κίνδυνον. Και τελικώς όταν ο δικτάτωρ απήντησεν εις το ιταλικόν τελεσίγραφον με ένα γενναίον «ΟΧΙ», ουδείς Έλλην εσκέφθη έδτω και δια μίαν στιγμήν ότι ωμίλει ως δικτάτωρ. Ωμίλησε μόνον όπως θα ωμίλει κάθε Έλλην αγαπών την χώραν του και με το «ΟΧΙ» του εκέρδισε την πραγματικήν ηγεσίαν ολόκλκηρου του λαού», γράφει ο εν Αθήναις Πρεσβευτής Λίνκολν Μακ Βη των ΗΠΑ από του 1933 μέχρι του 1941(σ. σ, Lincoln Mac-veagh:The Greek Miracle εν «Greece Fighls» New York 1942 σελ.8)».

ο ρόλος του Ιωάννη Μεταξά σε κρίσιμες για την Ελλάδα περιόδους

  1. Ωστόσο οι περισσότεροι ιστορικοί φαίνεται να συγκλίνουν στην άποψη ότι ο Ι. Μεταξάς υπήρξε μια πληθωρική και συνάμα αμφιλεγόμενη προσωπικότητα, με έντονη παρουσία στα πολιτικά, πολεμικά και επαναστατικά δρώμενα σε μια περίοδο ιδιαίτερα κρίσιμη για την πορεία της χώρας.
    Για τους περισσότερους ιστορικούς μελετητές που διερεύνησαν και ιστοριογραφούν την παρουσία του .στα δρώμενα της εποχής του, περιόδους αν μη τι άλλο, ήταν σαφές, έντονο και πολύτιμο και για κάθε μεταγενέστερο που θα θελήσει να σκιαγραφήσει το ιδεολογικό-πολιτικό στρατιωτικό πορτρέτο του
    Έτσι, λοιπόν:
    ▪ στις 19 Οκτωβρίου του 1910 ο πρωθυπουργός Ελ. Βενιζέλος προσφέρει στον Ι. Μεταξά τη θέση του πρώτου υπασπιστή του και λίγο αργότερα, τον Δεκέμβριο του 1912, μεταβαίνει στο Λονδίνο ως στρατιωτικός σύμβουλός του κατά τη διαπραγμάτευση των όρων της σύναψης ειρήνης με την Τουρκία. Το 1932 συμμετέχει στις εκλογές του Σεπτεμβρίου στρεφόμενος προσωπικά εναντίον του πρωθυπουργού και τον Μάρτιο του 1933, στο κίνημα του Πλαστήρα , ο Ελ.. Βενιζέλος διώκεται από τον Ιωάννη Μεταξά.

▪ στην τριετία 1914- 1917 ο Ι. Μεταξάς, πέρα από τον πρωταγωνιστικό ρόλο του στον εθνικό διχασμό με τις παλινωδίες του, άλλοτε τοποθετούμενος στα «Βασιλικά» και άλλοτε στα «Βενιζελικά» στρατόπεδα και κυρίως την καταφυγή σε αυταρχικές και αντιδημοκρατικές μεθόδους του προκειμένου να στηρίξει το δικτατορικό καθεστώς το οποίο εγκαθίδρυσε με συνέργεια του Βασιλιά Γεωργίου του Β΄ αναγνωρίστηκε από φίλους και αντιπάλους ως άνθρωπος προικισμένος με μεγάλη οξύνοια, απαράμιλλη διορατικότητα, πολιτική εμπειρία και σφαιρική «πολιτικό-γαιο- στρατηγική» αντίληψη, ενώ ως πολιτικός και στρατιωτικός χαρακτηρίστηκε πραγματική ιδιοφυία. Έτσι για παράδειγμα είναι άξιο μνείας το γεγονός ότι ο Μεταξάς, ήταν ο μόνος στρατιωτικός ηγέτης που διαφώνησε ανοικτά με τον τότε πρωθυπουργό Ελ. Βενιζέλο (σ. σ Φεβρουάριος-Απρίλιος 1915), συμβάλλοντας καθοριστικά στη ματαίωση της ελληνικής συμμετοχής στην επιχείρηση κατάληψης των στενών των Δαρδανελίων, του Βοσπόρου και της Κωνσταντινουπόλεως από την ΑΝΤΑΝΤ, που κατά τον Έλληνα στρατιωτικό ηγέτη ήταν εκ προοιμίου καταδικασμένη να αποτύχει, ενώ κόστισε στους Άγγλο-γάλλους 247000 νεκρούς ,τραυματίες και αγνοούμενους Όπως αξιοσημείωτη υπήρξε και η άρνησή του να αναλάβει την αρχιστρατηγία της Μικρασιατικής Εκστρατείας(1919-1922), ύστερα από πρόταση της τότε ελληνικής κυβερνήσεως, εκφράζοντας την πάγια αντίθεσή του (σ. σ,από το 1914 ήταν αντίθετος στο όλο εγχείρημα υποστηρίζοντας ότι «η Ελλάδα δεν έχει τη δύναμη να καταλύσει το τουρκικό κράτος)».

▪ Το 1934 συμφωνεί με το Βενιζέλο για την υπογραφή του βαλκανικού συμφώνου και συμμετέχει στην καταστολή του κινήματος της 1ης Μαρτίου 1935, ενώ στις 25 Νοεμβρίου του ιδίου έτους που επιστρέφει ο Βασιλιάς Γεώργιος, ο τελευταίος παρασημοφορεί τον Ι. Μεταξά «για τις εξαίρετες υπηρεσίες του προς την πατρίδα».

▪ στις 9 Μαρτίου 1936 ο Ελευθέριος Βενιζέλος σε επιστολή του προς τον Λουκά Ρούφο( 9 μέρες προ του θανάτου του), σημειώνει «Ζήτω ο Βασιλεύς», γιατί «απομάκρυνε μετά την τελευταία τους αυθάδεια τους Παπάγο και Πλατή και υπουργοποίησε τον φίλο-βασιλικό Ι. Μεταξά».

▪ στις 11 Μαρτίου 1936 ο δημοκρατικός Ανδρέας Μιχαλακόπουλος εισηγείται στο Βασιλιά Γεώργιο να δοθεί στον Κων. Δεμερτζή η εντολή σχηματισμού κυβέρνησης, υπό τον όρο ότι ο Μεταξάς θα κρατήσει τα πολεμικά Υπουργεία, ως ο πλέον ενδεδειγμένος δια την αναδιοργάνωσή των.

▪ στις 11.4.1936 ο Γεώργιος Παπανδρέου στην εφημερίδα «Ελεύθερο Βήμα» υποδεικνύει τον Μεταξά ως πρωθυπουργό.

▪ στις 27 Απρίλίου του 1936 με την ψήφο 241 βουλευτών αναλαμβάνει την πρωθυπουργία.

▪ στις 4 Αυγούστου του ιδίου έτους, με τη στήριξη του Βασιλιά Γεωργίου του Β΄ καταλαμβάνει την εξουσία και καταφεύγει .στη χρήση αυταρχικών και αντιδημοκρατικών μεθόδων προκειμένου να υποστηρίξει το δικτατορικό καθεστώς του.

▪ το φθινόπωρο του 1936, ,κατά την συνεδρίαση του Ανωτάτου Ναυτικού Συμβουλίου, αναφέρει ο Ναύαρχος Δημ. Φωκάς στην έκθεσή του: « Επί της δράσεως του Πολεμικού Ναυτικού κατά τον πόλεμο του 1940-44», ο Ιωάν. Μεταξάς σε κάποιο σημείο της ομιλίας του επεσήμανε: «…αυτό που θα σας είπω δεν θα το ανακοινώσετε σε κανένα. Προβλέπω πόλεμον μεταξύ του Αγγλικού και του Γερμανικού συγκροτήματος. Πόλεμον πολύ χειρότερον από τον προηγούμενον. Εις τον πόλεμον αυτόν θα κάνω ο,τι ημπορώ δια να μη εμπλακεί η Ελλάς, αλλά τούτο δυστυχώς θα είναι αδύνατον. Είναι περιττόν να σας είπω ότι η θέσις μας εις την σύρραξιν αυτήν θα είναι παρά το πλευρόν της Αγγλίας[…] Από εδώ και εμπρός ζήτημα στρατιωτικό είναι μόνο η πολεμική παρασκευή της χώρας» .Με την πιο πάνω πρόβλεψη διαφαίνεται ότι ο Μεταξάς σχεδίαζε από πολύ νωρίς τις κινήσεις του αναφορικά με τη στάση που θα έπρεπε να κρατήσει η Ελλάδα στον πόλεμο, τον οποίο σημειωτέον ο ίδιος θεωρούσε επερχόμενο. Επικαλούμενος μάλιστα, το δόγμα, που δίνει τις περισσότερες πιθανότητες να είναι νικήτρια του πολέμου, η πλευρά των αντιμαχομένων που υπερτερεί στη θάλασσα, θεώρησε αναμενόμενη την ήττα του Άξονα, και για αυτό, όπως αναλυτικά εξήγησε στους Έλληνες εκδότες και αρχισυντάκτες του Αθηναϊκού τύπου, ήθελε η Ελλάδα να βρεθεί με το μέρος των νικητών. Σημειωτέον ότι η πιο πάνω δήλωση έγινε τη στιγμή που οι Ιταλοί είχαν εισβάλει στην Αβησσυνία και ο Χίτλερ μόλις έχει επαναφέρει την υποχρεωτική στράτευση.

▪ στις 29 Ιανουαρίου 1938 η κυβέρνηση του Ι. Μεταξά καταθέτει υπόμνημα στο δικαστήριο του «Διεθνούς Δικαίου» της Κοινωνίας των Εθνών, ζητώντας τη διαγραφή του χρέους προς την Βελγική τράπεζα «Societe Commerciale de Belgique», προβάλλοντας ισχυρούς λόγους, που έγιναν πανηγυρικά δεκτοί. από το εν λόγω δικαστήριο και αποτέλεσαν νομολογία (νομικό προηγούμενο) σε ανάλογες δικαστικές προσφυγές υπερχρεωμένων χωρών εναντίον δανειστών τους, με εξ’ ίσου ευνοϊκές για τις προσφεύγουσες χώρες αποφάσεις (σ.σ, το σκεπτικό του εν λόγω υπομνήματος χρησιμοποίησε πολύ αργότερα η κυβέρνηση της Αργεντινής στη δικαστική διαμάχη με τους δανειστές της και πέτυχε ένα μεγάλο μέρος της διαγραφής του). «Ενίοτε μπορεί να υπάρξει μια έκτακτη κατάσταση, η οποία κάνει αδύνατο για τις Κυβερνήσεις να εκπληρώσουν τις υποχρεώσεις τους προς τους δανειστές και προς τον λαό τους: οι πόροι της χώρας είναι ανεπαρκείς για να εκπληρώσουν και τις δυο υποχρεώσεις ταυτόχρονα. Είναι αδύνατο να πληρωθεί το χρέος και την ίδια ώρα να παρασχεθεί στον λαό η κατάλληλη διοίκηση και οι εγγυημένες συνθήκες για την ηθική, κοινωνική και οικονομική ανάπτυξη. Το οδυνηρό πρόβλημα προκύπτει όταν πρέπει να επιλέξει κανείς ανάμεσα στα δυο καθήκοντα. Το ένα πρέπει να υποχωρήσει έναντι του άλλου. Ποιο πρέπει να είναι αυτό;… Η θεωρία αναγνωρίζει σ’ αυτό το ζήτημα ότι το καθήκον μιας Κυβέρνησης να εξασφαλίζει την εύρυθμη λειτουργία των βασικών δημόσιων υπηρεσιών υπερτερεί έναντι της πληρωμής των χρεών της. Από κανένα Κράτος δεν απαιτείται να εκπληρώσει, μερικά ή συνολικά, τις χρηματικές του υποχρεώσεις αν αυτό θέτει σε κίνδυνο τη λειτουργία των δημόσιων υπηρεσιών του και έχει σαν αποτέλεσμα την αποδιοργάνωση της διοίκησης της χώρας. Στην περίπτωση όπου η πληρωμή του χρέους του θέτει σε κίνδυνο την οικονομική ζωή ή τη διοίκηση, η Κυβέρνηση είναι, κατά τους συγγραφείς, υποχρεωμένη να διακόψει, ή ακόμη και να μειώσει την εξυπηρέτηση του χρέους», ήταν η ένσταση ακυρότητας του κατατεθέντος δικογράφου στο προμνησθέν διεθνές δικαστήριο, που τελικά δικαίωσε την Ελλάδα. Όπως, μάλιστα υποστηρίχτηκε από ορισμένους έγκριτους νομικούς, κάλλιστα θα μπορούσε να αποτελέσει ένα ισχυρό νομικό επιχείρημα για τις ελληνικές κυβερνήσεις σε τυχόν ανάλογη προσφυγή της Ελλάδας στη διεθνή δικαιοδοσία, αν όχι για την ακύρωση, αλλά τουλάχιστον για τον μετριασμό των δανειακών όρων των μνημονιακών συμβάσεων, που η σκληρή λιτότητα που εκβιαστικά οι δανειστές επέβαλλαν στον λαό, ,διέρρηξαν σοβαρά την συνοχή της ελληνικής κοινωνίας Άλλωστε κατά τον μεγάλο Σκωτσέζο οικονομολόγο και ηθικό φιλόσοφο Άνταμ Σμίθ: « με δύο τρόπους μπορεί να κατακτήσεις μια ξένη χώρα. Με το δόρυ είτε με το χρέος». Και αυτό ακριβώς βιώνει, εδώ και δέκα χρόνια «η μνημονιακή Ελλάδα» ,η απώλεια ενός μέρους της κυριαρχίας της εξ’ αιτίας του τεράστιου χρέους της.
Στο επόμενο η συνέχεια του (Μέρους Β΄)

Διαβάστε επίσης

spot_img

Τελευταία Νέα