ΟΜΙΛΙΑ ΤΗΣ ΣΟΦΙΑ ΤΡΑΜΠΑ Δικηγόρου παρ’ Αρείω Πάγω Msc Εγκληματολογίας από την ημερίδα του Μ/Φ ΣΚΟΥΦΑΣ “ΕΜΒΟΛΙΑ: μάθετε από τους ειδικούς, η οποία πραγματοποιήθηκε το Σάββατο 9 Απριλίου
Ο συνταγματικός έλεγχος της υποχρεωτικότητας του εμβολιασμού, δεν είναι μια καινούργια υπόθεση και για τον λόγο αυτόν εμβόλια υπήρχαν και πριν τον covid-19 και βέβαια να είμαστε καλά θα υπάρχουν και μετά από την πανδημία.
Επίσης αρνητές των εμβολίων υπήρχαν πάντοτε.
Δεν θέλω να σταθώ στις προσωπικές πεποιθήσεις αναφορικά με τα εμβόλια. Είναι σαφώς προσωπικό δικαίωμα του καθενός μας να έχει τις απόψεις του για κάθε θέμα και ιδίως σε ένα κράτος, το οποίο υπάγεται στο λεγόμενο δημοκρατικό τόξο του πλανήτη μας, με θεσπισμένες αρχές που σέβονται την ελευθερία του λόγου. Ο ατομικός αυτοκαθορισμός είναι σεβαστός από το Σύνταγμά μας…
… αλλά με τους περιορισμούς που το ίδιο θέτει.
Προκειμένου, όμως να μην υπεισέλθω στα ζητήματα που έχουν δημιουργηθεί αναφορικά με τον πόλεμο των απόψεων σχετικά με τον υποχρεωτικό εμβολιασμό θα περιοριστώ στις παραδοχές των συνταγματικών δικαστηρίων, όπως άλλωστε είναι και το θέμα της δικής μου ομιλίας.
Η πρώτη σημαντική απόφαση, η οποία είναι σημείο αναφοράς ως προς τα συμπεράσματά της είναι η υπ’αρίθμ. 2387/2020 απόφαση του ΣτΕ.
Είναι μια περίπτωση αίτησης ακύρωσης κατά διοικητικής πράξης και συγκεκριμένα αφορά την περίπτωση μιας μαθήτριας παιδικού σταθμού, της οποίας δεν έγινε δεκτή η εγγραφή, από το νομικό πρόσωπο του οικείου Δήμου της, λόγω του μη εμβολιασμού της (επίδειξη του βιβλιαρίου ασθενείας)
Να σημειωθεί ότι η αίτηση είχε υποβληθεί τον Φεβρουάριο του 2020, πριν την απόλυτη είσοδο του covid-19 στην ζωή μας και πριν την ανακάλυψη του εμβολίου.
Το Δικαστήριο ερευνά τους ισχυρισμούς και καταγράφει τις διαπιστώσεις του. Θα επιμείνουμε σε αυτές που κυρίως αφορούν το σύνταγμά μας και όχι απλούς νόμους περί λειτουργίας των παιδικών σταθμών και της υποχρέωσης των εμβολίων.
Η πρώτη διαπίστωση που η απόφαση κάνει είναι ότι «Η μέριμνα για την δημόσια υγεία αποτελεί συνταγματική υποχρέωση του Κράτους, στο πλαίσιο της οποίας η Πολιτεία οφείλει, μεταξύ άλλων, να λαμβάνει τα απαραίτητα μέτρα για την πρόληψη της διάδοσης και την καταπολέμηση μεταδοτικών ασθενειών, οι οποίες συνιστούν σοβαρό κίνδυνο για τη δημόσια υγεία. Στα μέτρα αυτά εντάσσεται και ο εμβολιασμός νηπίων και παιδιών, ο οποίος διενεργείται με σκοπό την προστασία της υγείας, συλλογικώς και ατομικώς, από τις ασθένειες καθώς και την βαθμιαία εξάλειψή τους». (2387/2020 ΣΤΕ)
Με τις δύο παραπάνω παραδοχές το Δικαστήριο ξεκινάει τον δικανικό συλλογισμό του από την υποχρέωση του Κράτους προς λήψη θετικών μέτρων και όχι από το θεμελιώδες δικαίωμα του ενδιαφερομένου, του εμβολιαζομένου νηπίου εν προκειμένω, και την αξίωσή του έναντι του Κράτους για αποχή.
Το θέμα αυτό το θίγει στην αμέσως επόμενη παραδοχή καθώς αναφέρει ότι «το μέτρο του εμβολιασμού, καθ’ εαυτό, συνιστά σοβαρή μεν παρέμβαση στην ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας και στην ιδιωτική ζωή του ατόμου και δη στη σωματική και ψυχική ακεραιότητα αυτού, πλην όμως συνταγματικώς ανεκτή, υπό τις συγκεκριμένες προϋποθέσεις».
Εδώ λοιπόν αρχίζει να τίθεται η συνταγματική δικαιολόγηση του υποχρεωτικού εμβολιασμού,και έτσι την παρέμβαση αυτή στην σωματική ακεραιότητα του ατόμου διά του υποχρεωτικού εμβολιασμού το Δικαστήριο την δικαιολογεί συνταγματικά υπό δύο σωρευτικά προϋποθέσεις και δη
«α) ότι προβλέπεται από ειδική νομοθεσία, υιοθετούσα πλήρως τα έγκυρα και τεκμηριωμένα επιστημονικά, ιατρικά και επιδημιολογικά πορίσματα στον αντίστοιχο τομέα και
β) ότι παρέχεται δυνατότητα εξαίρεσης από τον εμβολιασμό σε ειδικές ατομικές περιπτώσεις, για τις οποίες αυτός αντενδείκνυται.
Η κρίσιμη νομοθετική παρέμβαση πρέπει να τηρεί βεβαίως και την αρχή της αναλογικότητας. Την τήρηση της αρχής αυτής η απόφαση αιτιολογεί με την παραδοχή ότι «η παρέμβαση διά του εμβολιασμού σύμφωνα με τεκμηριωμένα επιστημονικά δεδομένα, κρίνεται αναγκαία και πρόσφορη για την προστασία της υγείας τόσο των ίδιων των εμβολιαζομένων όσο και τρίτων (λ.χ. βρεφών που δεν έχουν ακόμη εμβολιασθεί, ατόμων που δεν επιτρέπεται για ιατρικούς λόγους να εμβολιασθούν), και δεν είναι δυσανάλογη για την επίτευξη του προμνημονευθέντος συνταγματικού δημοσίου σκοπού». (πρβ. ΣτΕ 857/ 2019 σκ. 16, ΕΔΔΑ Memlica κ. Ελλάδος, απόφαση της 6.10.2015, σκ. 55, Seyit Baytre κ. Τουρκίας απόφαση της 12.3.2013 επί του παραδεκτού). (2387/2020 ΣΤΕ)»
Κατά συνέπεια η δημόσια υγεία ως συνταγματικός δημόσιος σκοπός που χρήζει προστασίας διά του εμβολιασμού αναλύεται στην προστασία της υγείας τόσο των εμβολιαζομένων, ακόμα και παρά την θέλησή τους, όσο και κυρίως των τρίτων, η υγεία των οποίων διακινδυνεύεται από την επαφή και τον συγχρωτισμό με αυτούς που δεν έχουν εμβολιασθεί και είναι έκθετοι στην νόσηση και κατ’ επέκταση και στην μετάδοση μεταδοτικών ασθενειών και ιών.
Η αναφερόμενη απόφαση αναφέρεται στην μη παραβίαση της γενικής αρχής της ισότητας του άρθρου 4 παρ. 1 Σ σημειώνοντας ότι
«Εξάλλου, η θέσπιση του επίμαχου μέτρου δεν παραβιάζει την αρχή της ισότητας, δεδομένου ότι σε εμβολιασμό υπόκεινται όλα ανεξαιρέτως τα νήπια και παιδιά, πλην εκείνων που τελούν ατομικώς σε ειδικές διαφορετικές συνθήκες, δεν επιτρέπεται δηλαδή για λόγους υγείας να εμβολιαστούν. Αντιθέτως, θα αντέκειτο στην αρχή της ισότητας η αξίωση προσώπου να μην εμβολιαστεί, επικαλούμενο ότι δεν διατρέχει ατομικό κίνδυνο, εφόσον διαβιώνει σε ασφαλές περιβάλλον οφειλόμενο στο γεγονός ότι τα άλλα πρόσωπα του περιβάλλοντός του έχουν εμβολιαστεί».
Ακολουθεί μια σημαντική παραδοχή, η οποία το επόμενο διάστημα απέκτησε σημασία, κατά την φάση του «αντι – Covid» εμβολιασμού και της διατυπούμενης δυσπιστίας των αρνητών. Επισημαίνει λοιπόν το Δικαστήριο:
« Άλλωστε, η εμφάνιση σε στατιστικώς πολύ μικρό αριθμό περιπτώσεων σοβαρών παρενεργειών ορισμένων εμβολίων δεν καθιστά συνταγματικώς ανεπίτρεπτη τη νομοθετική πρόβλεψη του εμβολιασμού νηπίων και παιδιών και είναι πάντως ανεκτή χάριν του δημοσίου συμφέροντος, υπό την αυτονόητη προϋπόθεση ότι οι σχετικές νομοθετικές ρυθμίσεις ερείδονται επί εγκύρων και τεκμηριωμένων επιστημονικών δεδομένων κατά τα προεκτεθέντα. (2387/2020 ΣΤΕ)
Ειδικότερα για την παραδοχή αυτή ο καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου Χαράλαμπος Τσιλιώτης σχολίασε σχετικά: Με την παραδοχή αυτή, η οποία ενδέχεται να αποκτήσει σημασία κατά την φάση του «αντί-Covid» εμβολιασμού και ενόψει της διατυπούμενης δυσπιστίας και των συνακόλουθων επιφυλάξεων και αρνήσεων εμβολιασμού, το Δικαστήριο αφενός φαίνεται να ανέχεται συνταγματικά για χάρη του δημοσίου συμφέροντος που εξειδικεύει στις προηγούμενες παραδοχές του ενδεχόμενες περιπτώσεις παρενεργειών, όταν αυτές είναι σε πολύ μικρό αριθμό εμβολιασμένων, όπως συμβαίνει σε όλες τις περιπτώσεις εμβολιασμού σύμφωνα με τα διδάγματα της κοινής πείρας και της επιστήμης, αφετέρου αφήνει ανοικτό ένα «παράθυρο» δυνατότητας ανταπόδειξης από τον ενδιαφερόμενο ότι ο από το κράτος επιβαλλόμενος εμβολιασμός δεν ερείδεται επί τεκμηριωμένων επιστημονικών δεδομένων.
Θα πρέπει πάντως η ανταπόδειξη αυτή να ερείδεται επί τέτοιων επιστημονικών δεδομένων. Τόσο στην περίπτωση της κρατικής απόδειξης ότι το εμβόλιο είναι απαραίτητο για την προστασία της υγείας όσο και της ανταπόδειξης εκ μέρους των ιδιωτών, ότι κάτι τέτοιο δεν είναι βάσιμο, το Δικαστήριο ευλόγως καταρχήν αφίεται στα πορίσματα των αρμοδίων επιστημόνων. Το ζήτημα που τίθεται σε αυτή την περίπτωση είναι το πώς θα επηρεαστεί και διαμορφωθεί η δικαστική κρίση όταν ο Δικαστής έχει ενώπιόν του αντιτιθέμενα επιστημονικά πορίσματα, τα οποία καταρχήν εκφεύγουν του δικαστικού ελέγχου.
Τέλος το δικαστήριο αναφέρεται στην περίπτωση της αποζημίωσης από τις παρενέργειες του εμβολιασμού αναφέροντας: «Και τούτο, ανεξαρτήτως του ότι, ενδεχομένως και κατά τις περιστάσεις, δύναται να συντρέχει περίπτωση αποζημίωσης των παθόντων από τις παρενέργειες αυτές για ζημία προκληθείσα όχι από παράνομη αλλά από νόμιμη ενέργεια του Δημοσίου. (2387/2020 ΣΤΕ)
Για το δικαίωμα της αποζημιώσεως ακολούθησε μια άλλη απόφαση με ιδιαίτερη σημασία. Επειδή στο ακροατήριό μας, εκτός από εκλεκτούς επιστήμονες της ιατρικής, ευρίσκονται και πολλοί γονείς, όπως είμαι και εγώ, έχει ενδιαφέρον το περιεχόμενό της.
Ο λόγος για την υπ’αρίθμ. 622/2021 του ΣτΕ, η οποία εισάγει ευθύνη προς αποκατάσταση ηθικής βλάβης από νόμιμη πράξη εμβολιασμού (όχι παράνομης) και αναφέρεται σε μια περίπτωση όπου μια μαθήτρια για την εγγραφή της στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση αποβίωσε λόγω νοσήσεως, κατόπιν του εμβολιασμού της με το εμβόλιο MMR ΙΙ (τριδύναμο εμβόλιο ιλαράς, παρωτίτιδας και ερυθράς), από πανεγκεφαλίτιδα, ήτοι σπανιώτατη (1:1.000.000 δόσεων εμβολίου) ανεπιθύμητη ενέργεια του εμβολίου αυτού και αναφέρει:
Σε περίπτωση, που επέλθει ευθέως βλάβη της υγείας προσώπου συνεπεία της συνταγματικώς θεμιτής και νομίμου πραγματοποιήσεως εμβολιασμού (δηλαδή εμβολιασμού διενεργούμενου με σκοπό την προστασία της δημόσιας υγείας συλλογικώς και ατομικώς και προβλεπόμενου από ειδική νομοθεσία, υιοθετούσα έγκυρα και τεκμηριωμένα επιστημονικά, ιατρικά και επιδημιολογικά πορίσματα στον αντίστοιχο τομέα, με δυνατότητα εξαιρέσεως από αυτόν σε ειδικές ατομικές περιπτώσεις, για τις οποίες αυτός αντενδείκνυται), ήτοι βλάβη, μη οφειλομένη σε παρεμβαλλομένη παράνομη πράξη ή παράλειψη (όπως πχ χορήγηση ελαττωματικού ή ακαταλλήλου σκευάσματος ή πλημμέλειες κατά την διενέργεια του εμβολιασμού), ανακύπτει ευθέως εκ του άρθρου 4 παρ. 5 σε συνδυασμό και με το άρθρο 25 παρ 4 του Συντάγματος ευθύνη του κράτους προς εύλογη αποκατάσταση της ζημίας του παθόντος, υπό την έννοια της αποκαταστάσεως τόσο της τυχόν υλικής όσον και, κατ΄ ανάλογη εφαρμογή του άρθρου 932 ΑΚ, της ηθικής βλάβης του.
Τούτο δε, διότι, στις περιπτώσεις αυτές, η προκαλούμενη από την πραγματοποίηση του εμβολιασμού βλάβη συνιστά υπέρμετρη θυσία για τον παθόντα (βλάβη υγείας και προσβολή προσωπικότητος), χάριν του συμφέροντος του κοινωνικού συνόλου.
Θα ήταν καταχρηστικό να επιμείνω περισσότερο και στα λίγα αυτά λεπτά της παρουσίασής μου να προσπαθήσω να καλύψω όλη τη νομολογία.
Θα ήθελα εντελώς συμπληρωματικά να αναφέρω και ορισμένες άλλες δικαστικές παραδοχές από υποθέσεις που έλαβαν χώρα κατά την περίοδο του covid-19
– (Για το δικαίωμα στην εργασία) Επειδή, το άρθρο 22 παρ. 1 του Συντάγματος («Η εργασία αποτελεί δικαίωμα και προστατεύεται από το Κράτος …») δεν απαγορεύει την επιβολή υγειονομικών μέτρων ως προϋπόθεση για την παροχή εργασίας, όταν τούτο επιβάλλεται για την προστασία της δημόσιας υγείας και τηρούνται τα όρια της αρχής της αναλογικότητας.
Συνεπώς, η άρνηση συμμόρφωσης προς το επίδικο μέτρο και η προσέλευση στον τόπο εργασίας χωρίς την προηγούμενη διενέργεια διαγνωστικού ελέγχου και δήλωση του αποτελέσματός του, δηλαδή με νόμιμο όρο που έχει τεθεί για την παροχή της εργασίας με φυσική παρουσία υπό όρους υγειονομικής ασφάλειας, συνιστά μη νόμιμη παροχή εργασίας, η έννομη συνέπεια της οποίας δεν παρίσταται προδήλως δυσανάλογη, δεδομένου ότι περιορίζεται, σύμφωνα με τα ειδικώς οριζόμενα στο άρθρο 5 παρ. 2 και 3 της προσβαλλόμενης απόφασης, στην περικοπή ή μη καταβολή των αποδοχών για όσο χρόνο ο εργαζόμενος αρνείται να συμμορφωθεί με το νομίμως επιβληθέν υγειονομικό μέτρο, χωρίς να προβλέπονται πειθαρχικού χαρακτήρα συνέπειες.
Η δε απομάκρυνση και μη αποδοχή της εργασίας από εργαζόμενο που δεν έχει τηρήσει το υγειονομικό μέτρο έχει προστατευτικό και όχι κυρωτικό χαρακτήρα. Εξ άλλου, επιβαλλόμενο αδιακρίτως σε όλους τους απασχολούμενους στο Δημόσιο και τους φορείς του δημοσίου τομέα που παρέχουν εργασία με φυσική παρουσία, το μέτρο αυτό δεν παραβιάζει την αρχή της ισότητας (βλ. ΣτΕ Ολομ. 2151/2015, ΣτΕ 2353/2020, 4436/2012 κ.ά.).( 1386/2021 ΣΤΕ)
-(Για τα προσωπικά δεδομένα) Επειδή, από τις ανωτέρω διατάξεις του εθνικού και ενωσιακού δικαίου συνάγεται ότι το δικαίωμα στην προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα δεν είναι απόλυτο δικαίωμα, αλλά εκτιμάται σε σχέση με τη λειτουργία του στην κοινωνία, σταθμιζόμενο με άλλα θεμελιώδη δικαιώματα και κοινωνικά αγαθά σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας. Τούτου έπεται ότι η συγκατάθεση του υποκειμένου των δεδομένων δεν αποτελεί τη μοναδική νομική βάση για τη νομιμότητα της επεξεργασίας τους, όπως εσφαλμένως υπολαμβάνει η αιτούσα, ακόμη και όταν αυτή αφορά σε δεδομένα υγείας. Αντιθέτως, και τα ειδικά αυτά δεδομένα μπορούν να τύχουν νόμιμης επεξεργασίας και χωρίς τη συγκατάθεση του υποκειμένου, όταν τούτο είναι απαραίτητο για σκοπό δημοσίου συμφέροντος στον τομέα της δημόσιας υγείας ή για την εκπλήρωση νόμιμης υποχρέωσης υπευθύνου επεξεργασίας σχετιζόμενης με την υγεία..( 1386/2021 ΣΤΕ)
Τέλος κλείνοντας θα ήθελα να σας αναφέρω για λόγους και μόνο νομικής επικαιρότητας ότι συζητήθηκε μόλις χθές η αίτηση κατά του οριζοντίως επιβληθέντος προστίμου σε όσους άνω των 60 ετών δεν εμβολιάστηκαν: το ελληνικό Δημόσιο, ούτε παραστάθηκε, ούτε κατέθεσε απόψεις.
Τα θέματα που εθίχθησαν, από τον δικηγόρο των αιτούντων, Καθηγητή Συνταγματικού Δικαίου κ. Παναγιώτη Λαζαράτο, εισάγουν νέες έννοιες όπως τον ρατσισμό κατά των ηλικιωμένων, που ως νεολογισμός χαρακτηρίζεται AGE-ISM κατά το RACISM και επειδή εντάσσεται στα ζητήματα του συνταγματικού ελέγχου του υποχρεωτικού εμβολιασμού, έστω και εμμέσως θα έχει μεγάλο ενδιαφέρον η εκδοθείσα απόφαση.
Σας ευχαριστώ πολύ για την υπομονή σας.