Γράφει ο Νίκος Μπιλανάκης, ψυχίατρος
Είναι καλοκαίρι. Οι περισσότεροι άνθρωποι έχουν ήδη φτάσει στα ξενοδοχεία διαμονής τους ενώ άλλοι βρίσκονται στους δρόμους, στους σταθμούς, στα λιμάνια και στα αεροδρόμια, καθ’ οδόν για αυτά. Τους ανθρώπινους τύπους που συναντά κανείς σε αυτά τα ξενοδοχεία κατά την παρούσα φάση, ενός καλοκαιριού της νεωτερικότητας/μετανεωτερικότητας, θα επιχειρήσω εδώ να περιγράψω με τη βοήθεια του Zigmud Bouman.
Οι πιο πολλοί είναι οι προσκυνητές, βασικός τύπος ανθρώπου της νεωτερικής εποχής. Ο προσκυνητής είναι ο άνθρωπος εκείνος που πιστεύει στην πρόοδο των πραγμάτων, πως μπροστά του έχει στέρεα εδάφη να διασχίσει και καθορισμένους στόχους να κατακτήσει. Άνθρωποι σαν κι αυτόν, πιστεύουν ότι η αλήθεια βρίσκεται πάντοτε αλλού, μακριά από όποιο σημείο κι αν βρίσκεται ο ίδιος αυτή τη στιγμή. Το μεγαλείο αυτού του αλλού είναι ευθέως ανάλογο με την απομείωση, απαξίωση και υποτίμηση του εδώ και τώρα του προσκυνητή. Κανείς άλλος τόπος πλην του αλλού έχει αξία. Και οι δρόμοι έχουν νόημα για τον προσκυνητή για να τον οδηγούνε στον στόχο του. Και τα ξενοδοχεία χρησιμεύουν μόνο για να ξαποστάσουμε και να χαλαρώσουμε στιγμιαία καθοδόν προς το αλλού. Αλλά χρειάζεται προσοχή γιατί ακόμα και οι δρόμοι και τα ξενοδοχεία μπορεί να αποδειχτούν εμπόδιο και παγίδα αφού μπορεί και αυτά να παραπλανήσουν τον προσκυνητή. Ο σύγχρονος δυτικός προτεστάντης, όπως και ο φανατικός οπαδός του ΚΚΕ, του ΣΥΡΙΖΑ ή της Ν.Δ., αλλά και ο απλός νοικοκοίρης με τις ελληνοχριστιανικές βεβαιότητες του και ο κάθε δογματικός επιστήμων αποτελούν κυρίαρχα παραδείγματα προσκυνητών των ημερών μας!
Ένας άλλος τύπος είναι ο πλάνητας. Ένας τύπος ανθρώπου που υπήρχε από παλαιότερα και τον φωνάζαμε αλήτη: πάντα αδιαφέντευτος, εκτός ελέγχου, εκτός πλαισίου, κατάσταση που η κοινωνία δεν μπορούσε να αντέξει κι έτσι πολέμησε. Παλαιότεροι ελισσαβέτιοι νομοθέτες τον είχαν αποκλείσει από τον δημόσιο χώρο και τον είχαν στοιβάξει στα άσυλα. Αυτό που τον έκανε τόσο απειλητικό για τους άλλους ήταν η ελευθερία του να κινείται και να δραπετεύει από το όποιο δίκτυο τοπικού ελέγχου. Κι ακόμη χειρότερα, ο απρόβλεπτος χαρακτήρας των κινήσεων του πλάνητα. Ο πλάνητας μην έχοντας σταθερό προορισμό, δεν γνωρίζει που θα πάει. Όπου κι αν πάει όμως, ο πλάνητας θα παραμείνει πάντα ένας ξένος, ποτέ δεν θα γίνει ένας εγκαταστημένος. Παράδειγμα πλάνητα συνιστούν οι άνεργοι, οι μεσήλικες απολυμένοι, οι ανειδίκευτοι και αμόρφωτοι νέοι, οι μετανάστες, όλοι οι απέξω της κοινωνίας τούτης. Που η μετανεωτερικότητα, καταστρέφοντας συνεχώς τόπους εγκαταστημένων, τους κάνει να ξυπνούν και να ανακαλύπτουν ότι οι τόποι στους οποίους ανήκαν, δεν υπάρχουν πλέον: καλές περιοχές γίνονται γκέτο, εργοστάσια εξαφανίζονται μαζί με τις θέσεις εργασίας, οι δεξιότητες δεν βρίσκουν πλέον αγοραστές, η επαγγελματική εμπειρία γίνεται εμπόδιο, τα ασφαλή δίκτυα των σχέσεων καταρρέουν, νέες απειλητικές επιδημίες απειλούν την ζωή γιατί το κέρδος απείλησε αρχικά τη ζωή, η απειλή της κλιματικής αλλαγής καθίσταται καθημερινότητα. Τώρα πλέον, όλο και περισσότερος κόσμος γίνεται πλάνητας, όχι εξαιτίας της δυσκολίας του να εγκατασταθεί σε ένα τόπο αλλά εξαιτίας της σπάνης των κατοικήσιμων τόπων. Στα ξενοδοχεία του σήμερα, συναντά κανείς πλέον όλο και περισσότερους πλάνητες!
Στα ξενοδοχεία βρίσκουμε επίσης τον περιπατητή. Αυτός είναι ένας τύπος ανθρώπου, που περνά τον καιρό του περπατώντας μόνος του μέσα στο πλήθος, παραμένοντας ξένος απ’΄αυτο, όντας μέσα στο πλήθος αλλά όχι από το πλήθος. Αντιμετωπίζει την πραγματικότητα ως μια σειρά από επεισόδια δίχως παρελθόν και χωρίς καμία επίπτωση, τις συναντήσεις του ως συναπαντήματα δίχως αντίκτυπο. Ο περιπατητής και η ζωή-ως-περίπατος ενώ ήταν από παλαιότερα γνωστοί τύποι ανθρώπινης συμπεριφοράς, αποτελώντας την χλεύη της ζωής-ως-προσκύνημα, έφτασαν πλέον να συστήνονται και να συνιστώνται ως ιδανική, ήσυχη ζωή. Αγαπημένοι τόποι και συνήθειες τους τα εμπορικά κέντρα (malls-ανοιχτά ή κλειστά) και η παρακολούθηση τηλεόρασης. Άδειες και αφυδατωμένες προσωπικότητες και μονήρεις αυτιστικοί τύποι, που η επιδημιολογική επικράτηση τους ολοένα και αυξάνεται τελευταία, συνιστούν ανάλογα παραδείγματα του τύπου αυτού.
Στα ξενοδοχεία, τέλος, συναντάμε και τον τουρίστα. Έναν άνθρωπο που βρίσκεται κι αυτός σε διαρκή κίνηση για να συλλέξει νέες εμπειρίες. Κοσμοπολίτης, openmind, ευρωπαιάκιας και υψηλόμισθος, Ο τουρίστας είναι ουσιαστικά ο συνειδητός και συστηματικός κυνηγός της εμπειρίας, του διαφορετικού καθώς το οικείο δεν τον σαγηνεύει. Ο τουρίστας όμως αν και επιθυμεί να βυθιστεί στο ξένο στοιχείο, θέτει την προϋπόθεση ότι αυτό δεν θα κολλήσει στο δέρμα του και ότι θα μπορεί να το αποτινάξει και να ξεκολλήσει από πάνω του όποτε εκείνος το θελήσει. Επιλέγει τους τόπους στους οποίους θα βυθιστεί ανάλογα με το πόσο ξένοι αλλά και πόσο αβλαβείς είναι. Ο τουρίστας αν και φιλοξενείται στα ξενοδοχεία, διαθέτει κατοικία. Γιατί για να μπορεί να δραπετεύει από αυτή, χρειάζεται να διαθέτει κάποια κατοικία. Είναι η γαλήνη της κατοικίας που στέλνει τον τουρίστα να αναζητήσει περιπέτειες. Ωστόσο, κάθε επιστροφή από μια τουριστική εξόρμηση ανεβάζει τον πήχη για τις συγκινήσεις. Την επόμενη φορά πρέπει να ξεκινήσει για ακόμα πιο απόμακρους από το σπίτι του προορισμούς. Έτσι ο τουρίστας κινδυνεύει κάποια στιγμή να μην μπορέσει να βρει τον δρόμο να γυρίσει πίσω. Αυτό συνέβηκε ήδη με το σεξ, όπου όντως έχασε τα πατήματα του και τις βεβαιότητες του. Εξηγούμαι: οι τουρίστες, πρώτοι αυτοί, επιθυμώντας έξαψη και σαγήνη έπαψαν να συνδέουν το σεξ µε την οικογένεια όπως και µε τον ρομαντισμό. Το σεξ αποδεσμευμένο από τις οικογενειακές και ρομαντικές δεσμεύσεις του, έγινε µια εμπειρία. Τίποτε δεν έπεται πλέον της σεξουαλικής συνάντησης, υπάρχει μόνο το σεξ και οι αισθήσεις που το συνοδεύουν. Η αποδέσμευση του σεξ από τις άλλες σφαίρες της ζωής και η ξαφνική αφθονία των προσφερόμενων ερωτικών εμπειριών παράγει πλέον μόνο εμπειρία σεξ, στερώντας ουσιαστικά το σέξ-όπως-το- ξέραμε από την κατοικία του τουρίστα αλλά και τον τουρίστα από την κατοικία του όπως την ήξερε!
Συμπέρασμα: οι χώροι των ξενοδοχείων είναι διαποτισμένοι από τις περαστικές ζωές τόσων ανθρώπων. Σε παλαιότερες εποχές, οι άνθρωποι αυτοί ήταν δικαστικοί, υψηλόβαθμοι στρατιωτικοί, αντιπρόσωποι, πανηγυρτζήδες, καμπαρετζούδες, κ.α. Άλλοτε βρίσκονταν στα ξενοδοχεία ως εργαζόμενοι, άλλοτε ως εραστές ή ως επιχειρηματίες, ως κλέφτες ή δολοφόνοι, πόρνες και ζιγκολό, με τις ζωές τους να διασταυρώνονται για λίγο, παίρνοντας η μια λίγο από το άρωμα της άλλης. Ένα μυστήριο κάλυπτε και θα συνεχίσει να καλύπτει όλους εκείνους τους αγνώστους στα ξενοδοχεία, που πέρασαν από δίπλα μας ή άφησαν τα ίχνη τους, μια τρίχα, ένα σβησμένο τσιγάρο, μια δακτυλιά στον καθρέπτη, ένα σημείωμα… χωρίς ποτέ να μάθουμε πολλά γι’ αυτούς. Οι εποχές όμως άλλαξαν και καινούργιοι άνθρωποι, νεότεροι ανθρώπινοι τύποι και καινοφανείς συμπεριφορές συναντώνται πλέον στους ίδιους αυτούς χώρους, στους ρευστούς και ανασφαλείς καιρούς της νεωτερικότητας/μετανεωτερικότητας. Άνθρωποι που σήμερα δεν ορίζονται πλέον με βάση τη θέση τους στην παραγωγή αλλά κυρίως ανάλογα με τη θέση τους στην κατανάλωση: πρόσφατα οι εφημερίδες δημοσίευσαν την είδηση ότι στην Μύκονο, νεαροί γόνοι πλουσίων οικογενειών πιάστηκαν στα χέρια φωνάζοντας ο ένας στον άλλον «ξέρεις πόσο καταναλώνω εγώ, ρε!».