Γράφει ο Βασίλης Ιωάννου
Ιδιαίτερα σημαντικός ο ρόλος των Τοπικών Συμβουλίων
Τα Συμβούλια των Κοινοτήτων κατά κοινή ομολογία αποτελούν το κοντινότερο αιρετό σώμα στον πολίτη.
Παρ’ ότι είναι υποβαθμισμένα, εξαιτίας της έλλειψης ουσιαστικών αρμοδιοτήτων και πόρων, εν τούτοις δεν παύουν να είναι δίπλα στα καθημερινά προβλήματα και τις ανάγκες των κατοίκων.
Οι Πρόεδροι των Κοινοτήτων αποτελούν ουσιαστικά τους συνδέσμους με τα Δημοτικά Συμβούλια και τις Δημοτικές αρχές, που καταγράφουν τα προβλήματα και μεταφέρουν τα αιτήματα με άμεσο τρόπο προς τη διοίκηση και τις υπηρεσίες κάθε δήμου, ιδιαίτερα στις μικρές και απομονωμένες κοινότητες.
Στις τελευταίες αυτοδιοικητικές εκλογές του 2019, η ύπαρξη ξεχωριστής κάλπης ενεργοποίησε το ενδιαφέρον πολλών νέων ανθρώπων να ασχοληθούν με τα χωριά τους, χωρίς απαραίτητα να εμπλακούν σε κομματικές ή δημαρχο-παραταξιακές αντιπαραθέσεις.
Αναδείχτηκε έτσι μια νέα γενιά ανεξάρτητων αυτοδιοικητικών, η οποία πίστεψε στον ουσιαστικό ρόλο των κοινοτήτων, αγωνίστηκε και αγωνίζεται να κρατήσει ζωντανή την Ελληνική ύπαιθρο και να βελτιώσει την καθημερινότητα των συγχωριανών τους.
Όλα αυτά τα χρόνια ζητούσαν επίμονα την ουσιαστική λειτουργία των Τοπικών Συμβουλίων, με την μεταφορά «από πάνω προς τα κάτω» αρμοδιοτήτων και πόρων, ώστε να έχουν τη δυνατότητα να επιτελέσουν με επάρκεια τον κρίσιμο ρόλο τους.
Λάθος η κατάργηση της “Κοινοτικής κάλπης”…
Όμως το κεντρικό κράτος, συνεπικουρούμενο από την πλειοψηφία των Δημάρχων, αρνήθηκε πεισματικά να ενδυναμώσει το ρόλο των Προέδρων και των Τοπικών Συμβουλίων.
Μάλιστα υποβάθμισαν περαιτέρω το θεσμό των Συμβουλίων των Κοινοτήτων, αφού με τον εκλογικό νόμο που ψηφίστηκε (με τη σύμφωνη γνώμη της πλειοψηφίας της ΚΕΔΕ και των ΠΕΔ), μειώθηκε ο αριθμός των Συμβούλων, μεταβλήθηκαν τα όρια πληθυσμού τους και το σημαντικότερο όλων, καταργήθηκε η «Κοινοτική κάλπη» και επανήλθε η λογική «της αρχής του ενός ανδρός» στην αυτοδιοίκηση.
Υποχρεώνει έτσι όσους ενδιαφέρονται να ασχοληθούν με τις Κοινότητες να ενταχθούν στα ψηφοδέλτια των υποψηφίων Δημάρχων, απαγορεύοντας ουσιαστικά τις ανεξάρτητες υποψηφιότητες.
Μετατρέπονται μ’ αυτόν τον τρόπο οι σύμβουλοι της κάθε Κοινότητας σε προέκταση των υποψηφίων δημοτικών συνδυασμών, κάτι που θα εντείνει την αντιπαράθεση στις μικρές κοινωνίες , θα ακυρώσει την ενδο-δημοτική αποκέντρωση, θα επιταχύνει την πληθυσμιακή αποψίλωση των χωριών μας και θα καταδικάσει μελλοντικά την ύπαιθρο σε μαρασμό.
Οι πολίτες θα δώσουν την απάντηση με την ψήφο..
Όλα τα παραπάνω είναι σίγουρο ότι θα λειτουργήσουν αποτρεπτικά για πολλούς, ιδιαίτερα νέους ανθρώπους, να ασχοληθούν με τις Δημοτικές Κοινότητες, στερώντας την Αυτοδιοίκηση από ικανά στελέχη, που τα έχει ανάγκη η ελληνική επαρχία.
Αυτό θα πρέπει με κάθε τρόπο να αποφευχθεί και αντίθετα να ενθαρρυνθούν όσο το δυνατόν περισσότερα στελέχη των τοπικών κοινωνιών, παρά τα εμπόδια και τις δυσκολίες που θέτει ο νέος νόμος, να ασχοληθούν με τις Κοινότητες και να ενταχθούν μαζικά στα ψηφοδέλτια.
Κοντολογίς η Κυβέρνηση ψήφισε ένα εκλογικό νόμο όχι για να ωφεληθεί ο θεσμός της Αυτοδιοίκησης και να αναβαθμιστεί η ποιότητα της τοπικής δημοκρατίας, αλλά για να υπηρετηθούν συντηρητικές λογικές και μικροκομματικές σκοπιμότητες.
Γι’ αυτό στις επερχόμενες εκλογές, οι πολίτες θα δώσουν ένα καλό μάθημα σε όσους ψήφισαν, υιοθέτησαν και στηρίζουν μέχρι σήμερα την αντιμεταρρύθμιση στην Αυτοδιοίκηση.