10.9 C
Arta
23 Νοεμβρίου 2024

Η Κυρά – Μπεκάτσα…(Αφήγημα)

Διαβάστε επίσης

ΙΧΝΗΛΑΤΩΝΤΑΣ…θέσεις για το ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ, τη ΦΥΣΗ, το ΚΥΝΗΓΙ. Γράφει ο Κώστας Λύτρας

Είναι εκείνη η στιγμή που η πρώτη σκιά του δειλινού αρχίζει να απλώνεται στο δάσος. Μια τελευταία παιχνιδιάρα ηλιαχτίδα αποχαιρετά τα φυλλώματα και τρέχει βιαστικά να προλάβει τη δύση. Σε λίγο αρχίζει να σκοτεινιάζει κι έτσι έρχεται επιτέλους η στιγμή που περιμένουν τόσοι πολλοί κάτοικοι του δάσους, να βγουν απ’ την κρυψώνα τους, να ξεμουδιάσουν και να αναζητήσουν την τροφή τους. Είναι ακριβώς το χρονικό σημείο που η νύχτα αγκαλιάζει την ημέρα σε μια αναμενόμενη και σύντομη σιωπή.

  Η κυρά-μπεκάτσα φαίνεται ξαφνικά ανήσυχη. Το ξυπνητήρι της φύσης, αυτό το περίεργο ένστικτο, την καλεί. Είναι ώρα! Σηκώνει το κεφάλι της με αργές, δειλές κινήσεις και περιεργάζεται το χώρο. Γύρω της πλατύφυλλα φυτά, αγριοτριανταφυλλιές και φτέρες καλύπτουν το σημείο της φωλιάς. Δείχνει ικανοποιημένη από το καμουφλάρισμα. Δύσκολα μπορούν να την εντοπίσουν οι εχθροί της. Σηκώνεται νωχελικά, τεντώνει πρώτα το ένα της πόδι, μετά το άλλο, κι έπειτα τα φτερά της για να ξεμουδιάσει λιγάκι. Ακούγεται κάποιο αμυδρό γουργούρισμα. Έχει μια πείνα!

  Με μεγάλη προφύλαξη η κυρά- μπεκάτσα αρχίζει να κάνει μερικά πηδηματάκια. Ξεθαρρεύει και αποφασίζει να ξεκινήσει με σιγουριά για τα μέρη που ξέρει καλά. Προτού εκτιναχτεί στον ουρανό, η άκρη του ματιού της πιάνει μια ανάλαφρη κίνηση και παγώνει. Ένα αρπακτικό ζυγίζεται πάνω από το δένδρο και παρακολουθεί την πορεία ενός λαγού, που επιπόλαια έπαιζε έξω από τη φωλιά του.

 Ευτυχώς βλέπει την κίνηση του πουλιού και χώνεται βιαστικά μέσα. Η κυρά- μπεκάτσα έχει δει πολλές φορές λαγουδάκια να πληρώνουν ακριβά την απερισκεψία τους.

 Το γεράκι έκανε δυο-τρεις γύρους πάνω απ’ τα κλαριά και απομακρύνθηκε δυσαρεστημένα. Δίπλα της ένα σκουληκάκι είχε ζαρώσει πάνω σε μια πέτρα. Δεν χάνει την ευκαιρία και χωρίς δεύτερη σκέψη το πιάνει με το ράμφος της.

  Σκοτείνιασε για καλά. Η κυρά-μπεκάτσα ξέρει ότι οι εχθροί της τη βλέπουν εάν πετάξει ψηλά, γι’ αυτό αποφασίζει να πετάξει χαμηλά, γρήγορα και ανάμεσα στα κλαριά. Φτάνει σύντομα στο μέρος της το αγαπημένο, εκεί δίπλα στο ποταμάκι, με το μαλακό χώμα, τα σάπια φύλλα και τα μανιτάρια. Εκεί είναι το στέκι της, εκεί αφθονούν τα σκουλήκια και τα έντομα…

Δεκάδες βιβλία αναλύουν διεξοδικά τη χρησιμότητα της μύτης της στην αποκομιδή της τροφής της. Σήμερα, όμως, δεν χρειάστηκε η κυρά- μπεκάτσα να χώσει πολλές φορές τη μύτη της στη λάσπη, διότι τα σκουλήκια ήταν ήδη έξω κι έψαχναν κι αυτά την τροφή τους. Καταβρόχθισε με βουλιμία μεγάλη ποσότητα απ’ αυτά και, χορτασμένη πλέον, τεντώνει τα φτερά της κι ετοιμάζεται για μια νέα εξερεύνηση πιο κάτω. Μπροστά της ένα μικρό ξέφωτο. Αποφασίζει να το περάσει με τα πόδια, πάντα με προσοχή. Ξαφνικά ακούει ένα δυνατό, διακεκομμένο ήχο, που έμοιαζε κάπως με εκείνον των κουδουνιών των μοσχαριών ελευθέρας βοσκής. Τρομαγμένη δίνει ένα τίναγμα και βρίσκεται αυτόματα ανάμεσα σε δυο πεσμένους κορμούς μιας γέρικης βελανιδιάς.

  Εκείνη τη στιγμή ακούγεται ένα βαρύ πέταγμα πουλιού, που σταματάει ακριβώς πάνω στον κορμό. Ευτυχώς, ήταν η φίλη της, η γρια κουκουβάγια, η οποία την ενημέρωσε πως οι άνθρωποι στο κοντινό χωριό είχαν κάποια γιορτή, που την έλεγαν Χριστούγεννα. Κατά περίεργο τρόπο, της εξήγησε, οι άνθρωποι αυτές τις μέρες της γιορτής είναι πολύ αγαπημένοι μεταξύ τους και χαμογελούν συνεχώς. Τρώνε  όλοι μαζί, τραγουδούν και χορεύουν και είναι από τις ελάχιστες φορές που μοιάζουν ευτυχισμένοι…

  Η κυρά- μπεκάτσα ηρέμησε από τα λόγια της φίλης της, αν και της φάνηκε περίεργη η συμπεριφορά των ανθρώπων. Για να σιγουρευτεί δίνει ένα δυνατό πέταγμα και πηγαίνει σ’ ένα μέρος ψηλά και πολύ μακριά από την οχλαγωγία των δίποδων αυτών, για τα οποία το ένστικτο και η φύση της υποδεικνύουν ότι είναι εχθροί…

  Πέρασαν ακόμη μερικές ώρες με άφθονο φαγοπότι, ως τη στιγμή που άρχισε να φαίνεται αμυδρά το πρώτο θαμπό φως της αυγής.

  κοιτάζει γύρω της, και νιώθει ότι είναι η κατάλληλη στιγμή να γυρίσει στη φωλιά της. Η αυγή έχει ήδη ροδίσει. Ο κοκκινολαίμης, το πρώτο από τα πουλιά που αναγγέλλει την καινούργια μέρα, βρίσκεται ήδη στο κλαρί. Τα δένδρα αρχίζουν να διαγράφουν τη σιλουέτα τους στον ορίζοντα…Το γρήγορο πέταγμα ενός πουλιού ακούγεται και μετά η βαριά προσγείωσή του πάνω στα φύλλα. Η κυρά- μπεκάτσα έφτασε στη φωλιά της.  Το σώμα της κουλουριάζεται και χώνει το κεφάλι της κάτω από το φτερό της. Η κυρά-μπεκάτσα κοιμάται και βλέπει στον ύπνο της χιλιάδες παχουλά σκουλήκια να την παρακαλούν να τα δοκιμάσει…Κάποια στιγμή ξυπνά, τινάζεται και αποφασίζει να ξεμυτίσει λίγο, για να τσιμπήσει κάτι εκεί γύρω… Άλλωστε ακόμη και οι άνθρωποι λένε ότι σήμερα είναι γιορτή, είναι Χριστούγεννα…

  Αφηρημένη και αδυνατώντας να αντισταθεί στους εκλεκτούς γι’ αυτή μεζέδες, ξεμάκρυνε από τη φωλιά. Ακούει ξαφνικά κάτι να τρέχει γρήγορα μέσα στα κλαριά, να σταματάει και να βαριανασαίνει… Ένιωσε ότι αυτό το πράγμα αντιπροσωπεύει άμεσο κίνδυνο… Πίσω της άκουσε κι άλλο θόρυβο, που πλησίαζε επίσης. Ο κίνδυνος μεγάλωνε και η κυρά-μπεκάτσα αστραπιαία αποφάσισε να πετάξει δυνατά και με ελιγμούς ανάμεσα στα δένδρα… Άκουσε έναν εκκωφαντικό θόρυβο, ένιωσε ένα μικρό τσούξιμο και δυο-τρία πούπουλα βγήκαν από το σώμα της και αιωρήθηκαν στον αέρα… Συνέχισε την πτήση της τρομοκρατημένη και πήγε στο άλλο της μέρος, το αγαπημένο, να περάσει το υπόλοιπο της ημέρας!

  Ο κίνδυνος πέρασε, η σκιά του δειλινού απλώνεται στο δάσος. Σε λίγο θα σκοτεινιάσει. Είναι η στιγμή που περιμένουν τόσοι κάτοικοι του δάσους για να βγουν να ξεμουδιάσουν και να αναζητήσουν την τροφή τους…Η κυρά-μπεκάτσα βγάζει δειλά το κεφάλι της έξω απ’ τη φωλιά της…και η ίδια ιστορία ξαναρχίζει. Μόνο που δεν είναι πια Χριστούγεννα!

Διαβάστε επίσης

spot_img

Τελευταία Νέα