25.9 C
Arta
8 Σεπτεμβρίου 2024

Ο συγγραφέας Νίκος Καραβασίλης

Διαβάστε επίσης

Γράφει ο : Ελπιδοφόρος Ιντζέμπελης

Έχουν περάσει είκοσι ένα χρόνια από τότε που πήρα τη συνέντευξη του Νίκου Καραβασίλη συγγραφέα της παλιάς γενιάς της Άρτας. Ο ίδιος μου αποκάλυψε ότι σπάνια έδινε συνεντεύξεις. Μάλλον η παρέα που κάναμε στο καφενείο τον έκανε να μου δείξει εμπιστοσύνη. Στο καφενείο του «Ματσόλα» δίπλα στον Αι Γιώργη όπου μαζεύονταν ο Γιάννης Τσούτσινος, ο Τάκης και ο Γρηγόρης Βαφιάς, ο Δημήτρης  Σύγκελλος, ο Κώστας Τσιλιγιάννης. Η θρυλική παρέα έσμιγε και έλεγε τα δικά τους. Μνήμες παλιές και νέα πράγματα. Ο Καραβασίλης πιο μοναχικός όταν απουσίαζαν έπιανε μια άκρη και μου διηγούνταν πώς ξεκίνησε να γράφει. Είχε οικογένεια , δύσκολη δουλειά και διατηρούσε το μεράκι της συγγραφής. Μετά από καιρό πείστηκε να μου δώσει την πολυπόθητη συνέντευξη. 

Εκείνη τη μέρα είχε φορέσει ένα καινούργιο κουστούμι ήταν κουρεμένος και ξυρισμένος σαν να πήγαινε σε γάμο. Ήπιε ένα τσίπουρο και έπειτα μου είπε:

-Είμαι έτοιμος, Ελπιδοφόρε!

Άπλωσα το μαγνητόφωνο πάνω στο τραπέζι και πίεσα το κουμπί της εγγραφής. Τον κοίταξα στα μάτια και του έκανα την πρώτη ερώτηση. Αυτό ήταν! Έσπασε ο πάγος , το μικρό τρακ και άφησε τον εαυτό του να αποκαλύψει τις ιδέες και τις σκέψεις του.  

Πριν από σαράντα χρόνια, το 1963, εκδώσατε την πρώτη σας ποιητική συλλογή «Ανθοί και χίμαιρες». Φέτος το 2003 βρήκε η νέα ποιητική συλλογή «Στην ελπίδα και στην Απόγνωση». Από πού εμπνευστήκατε και πόσος καιρός χρειάστηκε για να γραφτούν αυτά τα ποιήματα;

 Δύσκολοι οι καιροί, τότε, δίσεκτα τα χρόνια. Μεγάλωνες και πάλευες για τη ζωή πριν την ώρα σου. Έβλεπες, εκτιμούσες και μαχόσουν για να επιβιώσεις περνώντας καθημερινά ανάμεσα από συμπληγάδες φτώχειας και πολέμου. Στοχαζόσουν και φιλοσοφούσες πριν την ώρα σου. Κάποιοι τέτοιοι στοχασμοί κατά καιρούς με πνίγανε και καιρού δοθέντος τους καταχωρούσα στο χαρτί για να τους βιώσω και από μια άλλη διάσταση ίσως σε κάποια ώρα περισυλλογής.

 Θεωρείστε από τους χειμαρρώδεις και ρωμαλέους πεζογράφους της Ηπείρου. Πρωτογίνατε γνωστός από το βιβλίο σας «Χάθηκαν αμνημόνευτοι…» που εκδόθηκε το 1976. Γιατί η μνήμη επιθυμεί να φωτίζει το πέρασμα των παλιότερων γενιών;

Το θεωρώ κάπως υπερβολή αυτό. Προσωπικά δεν έχω δείγματα τέτοια. Αδιάφορους τους βρήκα τους πολλούς και μάλιστα τους γραμματισμένους. Κουράγιο πάντα μου έδινε το πάθος μου να εκφραστώ και κάποιοι άνθρωποι του λαού που εκφράζανε απερίφραστα τα αισθήματά τους. Το παρόν είναι κάτι το ατελές ακόμα, είναι ρευστό. Το αύριο ίσως… υποθετικά να είναι και κάτι το υπέροχο, κάτι το ξέχωρο. Όμως, ίσως, γιατί και το αρνητικό δεν αποκλείεται. Εκείνο που καλού – κακού καταστάλαξε είναι το χθες, είναι το παρελθόν που διδάσκει χωρίς ενδοιασμούς πια και το πετυχημένο και το ατυχές και η θύμησή του πάντα θέλω να πιστεύω πως κάτι διδάσκει.

Τα βιβλία σας «Η τελευταία απαντοχή», «Η Μαντώ», «Ου νταίσεις» έγιναν αγαπητά αναγνώσματα της Αρτινής κοινωνίας και επιβεβαίωσαν τη φήμη σας ως καλού συγγραφέα. Φτάνει όμως μόνο αυτό για τον συγγραφέα Νίκο Χρ. Καραβασίλη;

Στην κρίση σας αυτή με βρίσκεται κάπως σύμφωνο. Ζητήθηκαν και διαβάστηκαν από πολύ κόσμο ακόμα και από άσχετους με τη λογοτεχνία. Όχι μόνον στην Άρτα αλλά και σε πολλά της πατρίδας μας μέρη, σε κόσμο άγνωστο που έστειλα είχα απαντήσεις πολύ ικανοποιητικές και αυτός ήταν ένας παραπάνω λόγος που ξανατόλμησα. Απευθύνεσαι στον πολύ κόσμο και βλέπεις πως όχι μόνο δεν κουράζεις, αλλά και ευχαριστείς. Αυτό και μόνον σου είναι αρκετό: Προσφέρεις χαρά ίσως και αγαλλίαση. Λείπουν για το συγγραφέα αρκετά ακόμα, αλλά η επαρχία, όπως και να το κάνουμε, έχει περιορισμένο χώρο για όλα.

Χρόνια γράφετε στο περιοδικό «ΣΚΟΥΦΑΣ» όπως και σε Ηπειρώτικα έντυπα. Πoια είναι η εμπειρία σας από αυτή την ενασχόληση;

 Γράφεις πάντα από την εσωτερική σου ψυχική ανάγκη και ό,τι ήθελε προκύψει. Τα περιοδικά και όλα τα έντυπα όλοι θέλουνε και αν κάτι έχει ανταπόκριση, αν αρέσει και ζητείται από τους αναγνώστες «συμφέρει» και σου ζητάνε για να κάνουνε τη δουλειά τους και… μην περιμένεις ευχαριστώ, γιατί είναι ρουτίνα.

 Εκτός από την καθημερινή σας ενασχόληση στην επιχείρηση που είχατε, καταφέρατε να βρείτε χρόνο και να γράψετε τα βιβλία σας. Άξιζε τον κόπο;

Ψυχική ανάγκη, «αλκοόλ», πάθος, ας πούμε, που σε κάνει να υποτάσσεται δίχως να το ψάχνεις αν αυτό που κάνεις συμφέρει ή όχι. Αν ξεκινήσεις με υλιστικούς υπολογισμούς και προτάσεις το υλικό συμφέρον νομίζω πως είσαι σε λάθος δρόμο.

Είσαστε ευχαριστημένος από την ανταπόκριση της Πολιτείας στο πνευματικό σας έργο και γιατί;

Λίγο ναι και περισσότερο όχι. Αν τους προσφέρεις τιμητικά την εργασία σου μ’ ένα τυπικό ευχαριστώ και με μια στεγνή πρόφαση φόρτου εργασίας σου δείχνουνε το δρόμο από ’κει που ήρθες.

 Τί θα προτείνατε στους νέους της Άρτας που έχουν καλλιτεχνικές αναζητήσεις;

Να κάμουνε εκείνο που ανθρώπινα επιτάσσει ο ψυχισμός τους, το είναι τους, αδιαφορώντας για το τι ήθελε προκύψει. Όλα στη ζωή έχουν ένα κόστος. Ευτύχημα θα είναι αν η προσπάθεια δικαιωθεί έστω και από κάποιους.

Την συνέντευξη την διάβασε και την διόρθωσε αρκετές φορές. Δημοσιεύτηκε στην έντυπη εφημερίδα  Ταχυδρόμος, Τετάρτη 24 Σεπτεμβρίου 2003.

Στην επόμενη συνάντηση, στο καφενείο «Ματσόλα» μετά τη δημοσίευση ήρθε χαρούμενος.

 – Ελπιδοφόρε, μου είπε η συνέντευξη άρεσε.

Χαμογέλασε και παράγγειλε δύο τσίπουρα. Εκείνη την μέρα έμοιαζε με μικρό παιδί. 

Τα χρόνια πέρασαν το καφενείο έκλεισε και ο Καραβασίλης μεγάλωσε. Τον συναντούσα μόνο στο Μενίδι το καλοκαίρι που έμενε με τη γυναίκα του. Έπειτα  έφυγε για να συναντήσει τη γενιά του και άφησε σε εμάς τη μνήμη του και τα βιβλία του.

Πριν από λίγες ημέρες οι γιοι του ο Σωτήρης και ο Χρήστος μου χάρισαν ένα αντίτυπο από το βιβλίο «… χάθηκαν αμνημόνευτοι», που επανεκδόθηκε από τις αρτινές εκδόσεις ΕΝΤΥΠΩΣΙΣ. 

Το πήρα με αγάπη στα χέρια και το κοίταξα με προσοχή. Την επόμενη ημέρα χάθηκα μέσα στις σελίδες του βιβλίου. Ταξίδεψα και βρέθηκα στα μέρη του Καραβασίλη στους Μελισσουργούς. Αντάμωσα τα βουνά και έμαθα τα τοπωνύμια. Να ένα βιβλίο που είναι γραμμένο με γλώσσα κέντημα, σκέφτηκα. 

Ωραία εκτύπωση , όμορφος πρόλογος του συγγραφέα Γιάννη Καλπούζου. Μία δουλειά που επανεμφανίστηκε και πρέπει να έχει την περίοπτη θέση στις βιτρίνες των βιβλιοπωλείων της πόλης. Και στους αναγνώστες της Άρτας που θα είναι ένα εξαίρετο βιβλίο, κόσμημα για την προσωπική βιβλιοθήκη τους.

Διαβάστε επίσης

spot_img

Τελευταία Νέα