Α. Όταν έχουμε μία τραγωδία, όπως αυτή των Τεμπών με τόσα νεαρά άτομα να χάνουν τη ζωή τους θα πρέπει να κάνουμε διάκριση των πολιτικών και ποινικών ευθυνών. Αυτό είναι απαραίτητο για να μην προκαλέσει σύγχυση στον κόσμο και επαύξηση της θλίψης των συγγενών τους. Πολιτική ευθύνη γεννάται εκ των πραγμάτων και δεν προσδιορίζεται από τις συνθήκες του ατυχήματος και την έκταση των ζημιών. Ο αρμόδιος Υπουργός ευθύνεται πολιτικά ακόμη και εάν δεν έχει διαπράξει κάτι ή είχε παραλείψει κάτι άλλο. Αυτό δε διότι στην θητεία του και στα χέρια του συνέβη το τραγικό περιστατικό. Αυτή είναι η βασική έννοια της πολιτικής ευθύνης. Από το Σύνταγμα και τον κανονισμό της Βουλής προβλέπεται η διαδικασία εξακρίβωσης της ύπαρξης και της έκτασης της ευθύνης που αρχίζει με την λειτουργία της προκαταρκτικής εξέτασης και τελειώνει με την κρίση του Ειδικού Δικαστηρίου του άρθρου 86 του Συντάγματος. Η τακτική δικαιοσύνη με βάση την απόφαση της παραπομπής πραγματοποιεί την ανάκριση με ειδικό ανώτατο δικαστή, εισηγείται με τον αντίστοιχο Εισαγγελέα και το Δικαστικό Συμβούλιο αποφαίνεται αμετάκλητα για τυχόν παραπομπή και συντάσσει το κατηγορητήριο.
Η κοινοβουλευτική πλειοψηφία εκχώρησε στην τακτική δικαιοσύνη τις σχετικές αρμοδιότητες με την τελευταία τροποποίηση των σχετικών διατάξεων του Συντάγματος αλλά παρακράτησε την υποχρεωτική παραπομπή στη Βουλή- άρα και στην πλειοψηφία αυτής- κάθε πολιτικό πρόσωπο που θα συναντούσε ο Εισαγγελέας κατά την επεξεργασία της δικογραφίας. Εδώ έχουμε την πρώτη έκφανση της έλλειψης εμπιστοσύνης στη δικαιοσύνη από την οποία αφαιρείται και μάλιστα με δογματικό και απόλυτο τρόπο η ανάκριση και η αξιολόγηση της συμπεριφοράς πολιτικού προσώπου. Η έλλειψη αυτή εμπιστοσύνης γίνεται αποδεκτή από τον συνταγματικό νομοθέτη.
Στο στάδιο της ανάκρισης από τον ειδικό ανακριτή του Συμβουλίου του άρθρου 86 του Συντάγματος αρχίζουν οι συναλλαγές μετά των πολιτικών κομμάτων και των δικαστικών αρχών. Συναλλαγές που μερικές φορές αγγίζουν τα όρια της εκβίασης και της λασπολογίας. Το αποτέλεσμα το είδαμε πρόσφατα με την υπόθεση NOVARTIS. Ο υπουργός Δικαιοσύνης κατήγγειλε ότι μέσα στο Υπουργείο του και εν αγνοία του λειτουργούσε παραδικαστικό κύκλωμα το οποίο οργάνωσε την δήθεν καταγγελία για την υπόθεση και έδιδε οδηγίες και εντολές για τον δικαστικό χειρισμό της υπόθεσης με οργανωτή τον Αναπληρωτή Υπουργό Δικαιοσύνης. Παρά το γεγονός ότι σε βάρος του κυκλώματος είχαν καταγγείλει και ήταν μάρτυρες κατηγορίας ανώτατοι δικαστικοί και εισαγγελικοί λειτουργοί, οι κατηγορούμενοι απηλλάγησαν με το υπ’ αριθ. 25/2023 βούλευμα του Ειδικού Δικαστηρίου. Εδώ έχουμε αυταπόδεικτη περίπτωση και μάλιστα με βούλευμα του ανώτερου Δικαστηρίου, τα μέλη του οποίου ήταν Αρεοπαγίτες και Σύμβουλοι Επικρατείας. Η απαλλαγή αυτή αποδεικνύει ότι η τακτική δικαιοσύνη αποδέχθηκε ότι ανώτεροι δικαστικοί ψευδολόγησαν κατά των κατηγορουμένων Εισαγγελέων και Δικαστικών, πράξη κατάπτυστη και ανεπίτρεπτη και ότι οι κατηγορούμενοι εδιώχθηκαν χωρίς να έχουν διαπράξει κάποια άδικη πράξη. Τον κλονισμό της εμπιστοσύνης περιέγραψε και ανέδειξε η ίδια η δικαιοσύνη και μάλιστα εγγράφως με δικαστικό βούλευμα.
Η Νέα Δημοκρατία η οποία βαρύνεται από τη δυσώδη αυτή εξέλιξη με θράσος φθηνού εξουσιαστή κατηγόρησε ένα από τα θύματα των υποκλοπών που τυχαίνει να είναι ο αρχηγός του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Αρνείται να συμμορφωθεί με σχετική απόφαση του ΣΤΕ και πάρα ταύτα τολμά να καταλογίσει στον Νίκο Ανδρουλάκη ότι κακώς δημοσοποίησε πως έχει κλονισθεί η εμπιστοσύνη του στη Δικαιοσύνη.
Αυτές τις ημέρες καθηγητές της Νομικής στα Πανεπιστήμια έχουν δημοσιεύσει αρνητική και μερικοί δύσοσμη εκτίμηση για την απονομή της δικαιοσύνης και είναι προς τιμή τους η θαρραλέα αυτή στάση.
Ο Νίκος Ανδρουλάκης με τρόπο σαφή, εδήλωσε και εμμένει στην δήλωσή του αυτή, παρά την πίεση που του ασκείται ότι θα καταθέσει πρόταση για τη σύσταση προανακριτικής επιτροπής και πρόταση μομφής κατά της Κυβέρνησης ΜΕΤΑ την επίσημη κατάθεση όλων των πορισμάτων και κυρίως αυτού του ΕΜΠ. Δέχθηκε επίθεση από διάφορους πολιτικούς καιροσκόπους για την ορθή και συνετή αυτή πρόταση του. Η αριστερή πλευρά επιμένει να γίνει η πρόταση πρόωρα λες και γνωρίζουν τα συμπεράσματα των πορισμάτων. Εάν όμως τα πορίσματα δεν καταλήγουν στα επιθυμητά συμπεράσματα, μήπως βάζουν πλάτη για να περισώσουν την Κυβέρνηση και επιδιώκουν να προκαλέσουν βλάβη στο ΠΑΣΟΚ και όχι στην Κυβέρνηση;
Β. Μέσα στην σύγχυση των ημερών καλό είναι να προσδιορισθούν οι έννοιες του αυτουργού, του συνεργού, του ηθικού αυτουργού και αυτή της τέλεσης εγκλήματος με παράλειψη.
Αυτουργός είναι αυτός που τέλεσε την άδικη πράξη. Συναυτουργοί είναι αυτοί που από κοινού τέλεσαν την πράξη. Ηθικός αυτουργός είναι που αυτός με πρόθεση προκάλεσε στον αυτουργό την απόφαση να εκτελέσει την άδικη πράξη. Έγκλημα που τελείται με παράλειψη είναι η επέλευση ορισμένου αποτελέσματος και η μη αποτροπή του από αυτόν που είχε ιδιαίτερη νομική υποχρέωση να κάνει κάτι για την αποτροπή του αποτελέσματος. Η ιδιαίτερη νομική υποχρέωση πηγάζει είτε από νόμο, είτε από σύμβαση, είτε από προηγούμενη επικίνδυνη ενέργεια του υπαιτίου.
Η παράβαση καθήκοντος προυποθέτει ως αποφασιστικό στοιχείο την συνδρομή της υποκειμενικής υπόστασης του εγκλήματος, δηλαδή τον επιπρόσθετο σκοπό οφέλους ή βλάβης και αντικειμενικά θα πρέπει να περικλείει τον κίνδυνο της άμεσης αλλαγής της έννομης κατάστασης ήτοι την επέλευση κάποιου παράνομου οφέλους ή την πρόκληση κάποιας βλάβης. Αρκεί η ύπαρξη δυνατότητας επέλευσης οφέλους ή πρόκληση βλάβης.
Μετά την εφαρμογή του Ν. 2509/1997 τα μέλη της κυβέρνησης και οι υφυπουργοί θεωρούνται υπάλληλοι με την έννοια του άρθρου 13 περ. α Π.Κ.
Το άρθρο 263 α ΠΚ. επεκτείνεται και στα νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου που δεν είναι κρατικά, στα πλαίσια της ιδιωτικοποίησης της διοίκησης, το δημόσιο συμφέρον όταν έχουν ως αντικείμενο την άσκηση δραστηριότητας με χαρακτήρα κοινής ωφελείας.
Στα πλαίσια αυτά οι έχοντες έννομο συμφέρον συγγενείς των θυμάτων των Τεμπών έχουν την ευχέρεια και την δυνατότητα να ζητήσουν την ποινική δίωξη αρκετών ατόμων από τον χώρο του Δημοσίου και των φορέων των συγκοινωνιών. Σύμφωνα δε με την διάταξη του άρθρου 105 Εισαγ. Ν. ΑΚ για παράνομες πράξεις ή παραλείψεις των οργάνων του Δημοσίου κατά την άσκηση της δημόσιας εξουσίας που τους είδε είχε ανατεθεί το δημόσιο ενέχεται σε αποζημίωση.
Μετά από όλα αυτά, που περιληπτικά αναφέρονται, το μόνο ζήτημα που παραμένει μετέωρο είναι εάν υπάρχουν πέρα από τις πολιτικές, ποινικές και ηθικές ευθύνες σύνδεσμος μεταξύ των ευθυνών των υπαιτίων και μελών της Κυβέρνησης. Είναι εξαιρετικά δύσκολο, για να μην πει κανείς αδύνατο, να θεωρηθεί η όποια αβελτηρία, καθυστέρηση, μη λήψη απαραίτητων μέτρων και η διαβεβαίωση ότι δεν υπάρχει άμεσος κίνδυνος από τυχόν προειδοποιήσεις ή και καταγγελίες για κινδύνους που ενυπάρχουν ή πρόκειται να εμφανισθούν, να οδηγεί στην συγκρότηση ποινικής ευθύνης υπό οιαδήποτε μορφή κατά μελών της Κυβέρνησης. Το ανθρώπινο λάθος κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες ήθελε να εμφανισθεί, είναι απρόσφορο να θεωρηθεί ότι είναι δυνατόν να διογκωθεί και να επεκταθεί στην σφαίρα των αρμοδίων για την λειτουργία μίας επιχείρησης. Για να στοιχειοθετηθεί μία σχετική ποινική ευθύνη με την μορφή της ηθικής αυτουργίας και πολύ περισσότερο του ενδεχόμενου δόλου θα πρέπει να συντρέξουν και πρόσθετα στοιχεία που να συνδέουν πολιτικά πρόσωπα με την συγκεκριμένη πράξη η οποία προκάλεσε το θλιβερό αποτέλεσμα.
Δεν είναι τυχαία η στροφή της προσοχής στην ύπαρξη παράνομου και μη δηλωθέντος φορτίου. Το θλιβερό για την κυβέρνηση είναι ότι δεν έδωσε από την πρώτη στιγμή την αναγκαία προσοχή και φροντίδα ώστε να απαντηθούν όλα τα σχετικά ή μη ζητήματα τα οποία γεννήθηκαν και διογκώθηκαν κατά τρόπο εντυπωσιακό. Οι απλοί πολίτες δεν είναι σε θέση να κατανοήσουν και να επεξεργασθούν όλη την «ενημέρωση» των ΜΜΕ και κυρίως της υπαινικτικής προβολής θεμάτων που ούτε οι ειδικοί είναι σε θέση επί του παρόντος να απαντήσουν.
Η ευθύνη της Κυβέρνησης που είναι ότι απ’ ότι φαίνεται πολιτική, δεν στηρίζεται μόνον στις ευθύνες των καθ’ ύλην αρμοδίων Υπουργών. Ο Πρωθυπουργός και η Κυβέρνηση δεν φέρει μόνον την συνταγματική πολιτική ευθύνη που έχουν όλες οι Κυβερνήσεις. Έχουν εξαγγείλει από την αρχή της ανάληψης της εξουσίας ότι θα λειτουργούν υπό την ευθύνη του Πρωθυπουργού ως «επιτελικό κράτος». Δεν έχουν δώσει σαφή στοιχεία για την στοιχειοθέτηση της έννοιας του επιτελικού, αλλά με βάση την γραμματική ερμηνεία και την ένταξη της στην πολιτική λειτουργία εύκολα συνάγεται ότι κάθε Υπουργός πριν αποφασίσει κάτι και κατά τη διαχείριση κάθε ζητήματος, παίρνει οδηγίες και κατευθύνσεις από την επιτελική πολιτική της ομάδας που είναι εγκατεστημένη στου Μαξίμου και κατευθύνεται από τον Πρωθυπουργό. Με τον τρόπο αυτό λειτουργίας οδηγούμαστε στη σκέψη ότι κάθε υπουργός ευθύνεται από κοινού με τον Πρωθυπουργό ο οποίος έχει αναλάβει τις ευθύνες για τις πράξεις και τις παραλείψεις του. Η ευθύνη του επιτελικού κράτους και κατά αναγκαία συνέπεια του Πρωθυπουργού επιβεβαιώνεται και από την υπόθεση των υποκλοπών. Το ΣΤΕ μετά από προσφυγή του παρακολουθούμενου αρχηγού της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης διέταξε τις μυστικές υπηρεσίες, μεταξύ των οποίων και την ΚΥΠ, η οποία υπάγεται απευθείας στον Πρωθυπουργό να ενημερώσουν το θύμα τους για ποιο λόγο τον παρακολουθούσαν και ποίο το αποτέλεσμα της παρακολούθησης. Η άρνηση συμμόρφωσης στην απόφαση του ΣΤΕ είναι απόφαση του ιδίου του Πρωθυπουργού. Εδώ εμφιλοχωρεί ευθύνη του Πρωθυπουργού όχι μόνον ως επικεφαλή του επιτελικού κράτους, αλλά από καθαρή στρέβλωση των κανόνων του κράτους δικαίου και του δημοσίου συμφέροντος.
Η συνεχής ανάμειξη της ηγεσίας του ΑΠ στο ζήτημα των Τεμπών και του θανάτου του 39χρονου ψυχολόγου δεν είναι αναγκαίο να προέρχεται από την πίεση ή την υπόδειξη της Κυβέρνησης. Αρκεί η απλή, αλλά αποτρόπαια και αντισυνταγματική διάθεση της ηγεσίας του ΑΠ να βοηθήσουν στην χειμαζόμενη κυβερνητική πλευρά. Δεν αλλάζει κάτι στην κριτική προς την Κυβέρνηση και την ηγεσία του ΑΠ. Ο Υπουργός Δικαιοσύνης βγήκε δημόσια και επιχείρησε να δικαιολογήσει τις πρωτοβουλίες της Προέδρου και της Εισαγγελέως του ΑΠ επικαλούμενος ότι η μεν Εισαγγελέας επελέγη με ψήφους και από άλλα πολιτικά κόμματα (τα 3/4 είπε πως έλαβε) και η Πρόεδρος με κάποιους επιπλέον ψήφους από αυτούς της Νέας Δημοκρατίας. Το επιχείρημα αυτό από το στόμα Υπουργού που δίνει ακόμα εξετάσεις για την ένταξη του στο κυβερνητικό σχήμα και την ανάληψη της ευθύνης να προκαλέσει διαταραχή με τις δήθεν ριζοσπαστικές πρωτοβουλίες του δεν έχει κάποια σημαντική αξιολόγηση και πειστικότητα. Σημαντικό είναι ότι άπαντες που ανήκαν στη ΝΔ ψήφισαν και τις δύο δικαστικούς. Δηλαδή η επιλογή φάνηκε να είναι κομματική. Οι ψήφοι των ανηκόντων στα άλλα κόμματα έχει διάφορες εκδοχές.
Η πρώτη ότι οι θετικές ψήφοι είχαν την έννοια να αποκλεισθούν οι άλλοι υποψήφιοι που τους θεωρούσαν περισσότερο ανεπαρκείς.
Η δεύτερη ότι η επιλογή έλαβε χώρα όταν λειτουργούσε ακόμα το αντισύριζα μέτωπο και η απόφαση 13-0 για τον Παππά.
Η τρίτη ότι “αρχή άνδρα δείκνυσι”, άρα και γυναίκα και δεν είναι όλοι οι επαρκείς ικανοί για το επόμενο και κορυφαίο σκαλί της ιεραρχίας. Συμπέρασμα μάλλον ασφαλές. Κάθε στέλεχος κρίνεται από τις πράξεις και παραλείψεις που διαπράττει και όχι από τα θετικά στοιχεία που επέδειξε και τον συνοδεύουν μέχρι να αναλάβει την κορυφαία θέση και την ελπίδα που συνοδεύει κάθε επιλογή.
Ο υπουργός εάν είναι βέβαιος για όσα είπε δημόσια και πιστεύει ότι η δικαιοσύνη λειτουργεί σωστά, θα ήταν χρήσιμο για όλους να ζητήσει από την Πρόεδρο, την Εισαγγελία του Αρείου Πάγου και την επιθεώρηση του Α.Π. ποιες αναφορές έχουν κατατεθεί σε βάρος δικαστών, σε ποιες έχουν απαντήσει και ποιες κρατούν στα συρτάρια τους. Να ζητήσει επιπλέον κατάλογο των συγγενών των δικαστών (συζύγων, τέκνων κλπ) τις υποθέσεις που έχουν αναλάβει είτε οι ίδιοι, είτε ως συμπαραστάτες άλλων δικηγόρων και τις υποθέσεις που βρίσκονται ακόμη στα συρτάρια τους.
Θα δοθεί έτσι μία πειστική απάντηση εάν κάποιος θα πρέπει να εμπιστεύεται την δικαιοσύνη ή όχι. Η επίθεση σε όποιον έχει εκφράσει τον κλονισμό της εμπιστοσύνης και μάλιστα ενώ είναι θύμα της πολιτικής του επιτελικού κράτους, είναι ύποπτη. Οι ίδιοι έχουν ίσως χειρότερη άποψη την οποία χειραγωγούν για λόγους κομματικής άμυνας απέναντι στη λαϊκή κατακραυγή.
Η «άμυνα» της κυβέρνησης έχει διασπασθεί. Δεν διαθέτει πλέον κανένα όπλο αμυντικό ή επιθετικό για να αντιμετωπίσει την μαυρίλα του ουρανού, αναμένοντας το ξέσπασμα της καταιγίδας. Το μόνο που τους έχει απομείνει είναι τα παπαγαλάκια των ΜΜΕ και οι δημοσκοπήσεις.
Η στάση τους έχει ως περιεχόμενο τις γνωστές ερωτήσεις στην ΤV.
“Ναι, αλλά η ΝΔ είναι ακόμη πρώτη.”.
“Εάν γίνουν εκλογές, ποιος θα κάνει κυβέρνηση;”
“Γιατί το ΠΑΣΟΚ πέφτει, αντί να ανεβαίνει;”
“Πως θα συνεργασθείτε με το ΣΥΡΙΖΑ και τα άλλα κόμματα;”
“Μόνο η ακροδεξιά ανεβαίνει δημοσκοπικά και όχι η αριστερά.”
“Γιατί ο Μητσοτάκης είναι ακόμη καταλληλότερος ως Πρωθυπουργός;”.
Οι ερωτήσεις αυτές κατά κανόνα υποβάλλονται μετά την προβολή κάποιας δημοσκοπικής έρευνας. Οι έρευνες αυτές είναι προσαρμοσμένες στο κυβερνητικό πλαίσιο προπαγάνδας. Αποτελούν τη βάση για την προπαγανδιστική τακτική της υποβολής των ερωτήσεων, οι οποίες δεν θα έβρισκαν χώρο και χρόνο εάν οι δημοσκοπήσεις απέδιδαν την πραγματική εικόνα.
Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα η δημοσκόπηση για την υπόθεση των Τεμπών. Πάνω από 70% των πολιτών πιστεύουν ότι η Κυβέρνηση ευθύνεται για το τραγικό αυτό περιστατικό και ταυτόχρονα θεωρούν ότι ο επικεφαλής του επιτελικού κράτους είναι ο καταλληλότερος πρωθυπουργός (!). Τι άλλο θα πρέπει να αναδείξει κανείς για να γίνει πιστευτός ότι ζούμε σε μία εικονική πραγματικότητα.
Είναι επίσης χαρακτηριστικό ότι η θέση του ΠΑΣΟΚ όπως την εκφράζει ο Πρόεδρος του δέχεται αντιφατική κριτική και επιθέσεις. Η σύνεση, η σοβαρότητα και η πολιτική ευπρέπεια δεν γίνεται αποδεκτή από καμία πλευρά. Ούτε από δεξιά, ούτε από αριστερά. Αυτό εκτός του ότι σημαίνει ότι είναι η ορθή, συνοδεύεται από την φθηνή κριτική από το ένα μέρος ότι επιτίθεται ο Ανδρουλάκης στη δικαιοσύνη και από το άλλο ότι είναι συνοδοιπόρος του Μητσοτάκη. Οι πρώτοι αποκαλύπτονται ότι θεωρούν τη δικαιοσύνη ως συνιστώσα της ΝΔ και οι δεύτεροι ότι ο Ανδρουλάκης έχει πάρει ήδη κεφάλι στην διαλυμένη και κατασπαταλημένη αριστερά.
Οι δημοσκόποι έχοντες αντιληφθεί την δομική αδυναμία της Κυβέρνησης της προσφέρουν σειρά δημοσκοπήσεων. Ενώ πάσχει βαρύτατα, οι δημοσκόποι της δίνουν ασπιρίνη για να κρατηθεί στη ζωή. Η χειρουργική επέμβαση όμως είναι αναπόφευκτη. Σύντομα θα έχουμε τα αποτελέσματα.
Αθήνα, 26/2/2025
ΚΩΣΤΑΣ Σ. ΚΑΠΠΟΣ
ΔΙΚΗΓΟΡΟΣ ΑΜ ΔΣΑ 5941
ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ & ΣΤΕ
ΓΑΜΒΕΤΑ 6 ΑΘΗΝΑ Τ.Κ. 10678
ΤΗΛ. 2103810027-6932266000