8.7 C
Arta
24 Νοεμβρίου 2024

Ο ΤΣΕΧΟΣ «ΚΛΟΣΑΡ» ΤΟΥ… Αη ΓΙΩΡΓΗ

Διαβάστε επίσης

Αναμφίβολα το φαινόμενο δεν είναι μόνο τοπικό ούτε πρωτόγνωρο. Αντίθετα ιστορικά διερευνώμενο  είναι διαχρονικό και τελευταία, στην «μεταμνημονιακή» φτωχό-ποιημένη  Ελλάδα, δυστυχώς   εμφανίζεται όλο και με μεγαλύτερη συχνότητα. 

Ωστόσο στις περιοχές της επικράτειας όπου η απόλυτη φτώχεια και η περιθωριοποίηση μεγάλων τμημάτων των αντίστοιχων τοπικών κοινωνιών, το  φαινόμενο είναι κάτι περισσότερο από σύνηθες. Εκεί βλέπει κανείς εικόνες μεμονωμένων πολιτών άστεγων, ρακένδυτων και απελπισμένων. Συνανθρώπους μας που καταλήγουν να επαιτούν προκειμένου να χορταίνουν  την πείνα τους,   απίστευτα ανθρώπινα δράματα  που στη θέα τους ραγίζουν καρδιές και αγγίζονται  ευαίσθητες χορδές  φιλάνθρωπων συναισθημάτων. 

Αν και  οι πιο πάνω γραμμές προσιδιάζουν περισσότερο στους «Άθλιους των Παρισίων», των επονομαζόμενων και «κλοσάρ» που,  μαζί με τον Πύργο του Άιφελ και τα άλλα λαμπρά κτίσματα και μουσεία που κοσμούν την πρωτεύουσα της χώρας του Αστερίξ και του Οβελίξ, αποτελούν απαραίτητο αξιοθέατο του Παρισιού. Αν και ταιριάζουν γάντι  στους  ..αλήτες της Παρισινής νύχτας  που ως γνωστόν ζουν «κάτω από την γέφυρα» και στις σκοτεινές γωνιές των ολόφωτων δρόμων και πλατειών της πόλης του φωτός έχοντας ως μόνη περιουσία τους μια κουβέρτα και μερικά χαρτόνια και αν είναι «προύχοντες» ίσως ένα slipping – bag.  Εν τούτοις δεν παύουν, να μιλούν για το ελληνικής εκδοχής Παρισινό φαινόμενο, όπου άντρες, γυναίκες και παιδιά, ημεδαποί είτε αλλοδαποί «κλοσάρ» σε… ποσοστά καταγεγραμμένα, που κάποτε εργάζονταν για να μπορούσαν να ζουν αξιοπρεπώς, να έχουν ένα σπίτι για να  «στεγάσουν» άλλος την λιτή και άλλος την πλουσιοπάροχη   καθημερινότητά του, σήμερα  τους βλέπεις σε τραγική κατάσταση  να επιζητούν την αλληλεγγύη των συνανθρώπων τους.

Πάντως πολλοί, στο πρώτο άκουσμα της γαλλικής λέξης «Κλοσάρ» (clochard)(σ. σ,στην κυριολεξία σημαίνει αλήτης,) έφεραν στο μυαλό τους  έναν μποέμ τύπο, καλλιτέχνη, μουσικό, ή ζωγράφο που ζει κάτω από μια γέφυρα στο Παρίσι απλά για να σκοτώνει την πλήξη του.  Ενώ οι περισσότερο μυημένοι περί τα εικαστικά ,δεν δυσκολεύτηκαν, αναπολώντας  κάποιον από τους θαυμάσιους πίνακες του  Ούγγρου ζωγράφου, φωτογράφου και πολιτογραφημένου Γάλλου ,Ζορζ Μπρασάι (1899-1984)- του χαρακτηριζόμενου από τον αμερικανό συγγραφέα Χένρυ Μίλλερ και «μάτι του Παρισιού»να δουν τους κλοσάρ, τις πόρνες και τους μαστροπούς, ανθρώπους ανάμεσα στα μνημεία , την «υψηλή» κοινωνία, τα θέατρα, την όπερα και τα καμπαρέ, τους φίλους του Μίλλερ, τον Πικάσο, τον Νταλί, τον Τζακομέτι, τον Ζενέ, τις σκηνές από τους σκοτεινούς δρόμους και τις πλατείες, τα μικρά  καφέ, τα ερωτευμένα ζευγάρια, τους περαστικούς και τα παιδιά που ζουν στη σκιά της Γαλλικής μεγαλούπολης,.   

Όμως η σκληρή πραγματικότητα  αναφέρεται σε ανθρώπους που δεν έχουν «πού την κεφαλήν κλίναι», με τους άλλους να μην μπορούν να καταλάβουν  τι πόνο, πόση πίκρα και απογοήτευση μπορεί να κρύβει η ιστορία ενός τέτοιου πονεμένου ανθρώπου. Κάποιοι, ωστόσο, που σήμερα  με πόνο ψυχής διαπιστώνουν ότι οι  «κλοσάρ» της σημερινής Ελληνικής κοινωνίας- όχι μόνο γέροι και ανήμποροι αλλά και νέοι άνθρωποι οι οποίοι βρέθηκαν ξαφνικά χωρίς δουλειά και άλλου είδους υποστήριξη, που καθημερινά ψάχνουν σκουπίδια και αποφάγια για να ζήσουν- δεν είναι κόπιες από «Film noir» αλλά εικόνες της Ελληνικής πραγματικότητας, καταλαμβάνονται από οργή και αγανάκτηση για τις άθλιες πολιτικές που τις εκκόλαψαν. Για αυτό δεν παύουν να εγκαλούν  για ανικανότητα, ωχαδερφισμό, κακοδιαχείριση, ρεμούλα,  και ηθική αυτουργία  στη δημιουργία της κοινωνίας των βολεμένων, όλους όσοι επί σειρά δεκαετιών κυβέρνησαν τον τόπο,.  

Όμως αυτές οι εικόνες – μαχαιριά στην καρδιά, όσο και να νομίζει κανείς πως τις έχει συνηθίσει και σήμερα τις βλέπει ακόμη και στη μικρότερη επαρχιακή πόλη, δεν φεύγουν στιγμή από το μυαλό του. Και ο «κλοσάρ», που καθημερινά τον βλέπεις μόνιμο θαμώνα μπροστά στην εκκλησία του Αγίου Γεωργίου, πραγματικά είναι μια τέτοια εικόνα. Ο γράφων ,όπως και πολλοί που επισκέπτονται το παραπλήσιο super market: «Αγγέλης», τον βλέπουν  σκυθρωπό, αμίλητο και με κατεβασμένο το κεφάλι να κάθεται με τις ώρες στο απέναντι παγκάκι. Ενώ οι περίοικοι του πίσω μέρους του ναού, τον παρατηρούν να περνά τις βροχερές ημέρες  και τις κρύες νύχτες  στο τσαντίρι του, που είναι στημένο στο ευρυχώριο του Άη Γιώργη,  καλυμμένο με κουβέρτες , φύλλα από χαρτοκούτια με πλαστικό περιτύλιγμα και στρωμένο δάπεδο με χαρτόνια. Στην απορία πολλών περαστικών ποιος τελικά είναι ο αναξιοπαθών τύπος, μόλις προχθές ένας καλός φίλος από τα παλιά έδωσε την πληροφορία ότι είναι Τσέχος,  χωρίς να είναι γνωστά τα υπόλοιπα προσωπικά του στοιχεία και άγνωστο πως βρέθηκε στην πόλη. Ενώ κάποιος καλύτερα πληροφορημένος  βεβαίωσε ότι της περίπτωσής του επελήφθη  η αστυνομία, χωρίς ωστόσο να καταφέρει να του αποσπάσει τα προσωπικά του στοιχεία, και πως τόσο η πρόνοια όσο και οι αρμόδιες υπηρεσίες του Δήμου αν και του πρόσφεραν τροφή και στέγη ο ίδιος μετά 5-ήμερο επέλεξε την… ελευθερία της κακομοιριάς καταδεικνύοντας ότι τελικά δεν είναι συνεργάσιμος. 

Παρά ταύτα ο  Τσέχος «κλοσάρ» του… Άη Γιώργη δεν μπορεί να αφεθεί στην τύχη του! Η προς αυτόν παρεχόμενη ανθρώπινη αλληλεγγύη και εντεύθεν η  μέριμνα των καθ’ ύλην  αρμόδιων αρχών για την τύχη του,  είναι μείζον ζήτημα ηθικής τάξης, σεβασμού της αξίας του ανθρώπου αλλά και  απόλυτης προσήλωσης της Αρτινής Πολιτείας στις αρχές και αξίες της χριστιανικής πίστης. Και όλα αυτά είναι αναγκαίο να γίνουν πράξη-και μάλιστα το ταχύτερο-, ακόμη και αν η προς τούτο σχετική πρωτοβουλία  απαιτήσει την παρέμβαση της τοπικής εισαγγελικής αρχής. Αναμένουμε…

Διαβάστε επίσης

spot_img

Τελευταία Νέα