Γράφει ο Δημήτρης Βλαχοπάνος
Πήγα να πάθω ψυχικό κλονισμό. Με πήρε μονότερμα η Μίνα, απ’ το Ασημίνα μα καθόλου απ’ ασήμι, μάλλον από ψευδάργυρο. Και με παλάβωσε με τα σχόλιά της για τον έναν και για τον άλλον. Και καλή κουβέντα για κανέναν δεν είχε. Όλοι τους άχρηστοι, αυτή μόνο η έξυπνη κι η μπασμένη σε όλα. Μα την κριτική της μονοπώλησε εντέλει ο Βύρων. Ο φωτογράφος που ανακατεύεται τελευταία και με τα θεατρικά, ως ερασιτέχνης βεβαίως, την αρθρογραφία και τα πνευματικά εν γένει.
«Σιγά το ταλέντο…» τον απαξίωνε η Μίνα. Ως φωτογράφος πολύ μέτριος, κάνει κι εκθέσεις, χαρά στο πράμα! Γέμισε ο τόπος ατάλαντους. Καλά, να μη μιλήσω για τα άρθρα του, εντελώς επιφανειακά και τυποποιημένα. Εγώ, για να πω την αλήθεια, δεν έχω διαβάσει ούτε ένα, τι να διαβάσω; Και στις εκθέσεις του δεν έχω πατήσει, τι να δω; Τώρα μου ξανοίγεται και με το θέατρο! Τι άλλο έχουμε να δούμε σε τούτο τον τόπο… Αλλά φταίμε κι εμείς. Που δεν τους κράζουμε».
«Νέος είναι, γιατί να τον κράξουμε; πήγα να διαφωνήσω. Αν βλέπουμε τίποτε στραβά, καλά είναι να τον βοηθήσουμε με μια καλοπροαίρετη κριτική», συμπλήρωσα εντελώς ήρεμα, προσπαθώντας να βάλω σε τάξη τα πράγματα.
«Εσύ βοήθησέ τον, αυτή είναι η δουλειά σου, βάζεις το χεράκι σου για να το παίζει ο κάθε αγράμματος πως είναι κάποιος», μ’ έκραξε η Μίνα και μου το βούλωσε.
Και ταλαντευόμουν, είναι αλήθεια, μην έχει δίκιο εκείνη και το παρακάνω εγώ με το χεράκι που βάζω. Γιατί έβαλα το χεράκι μου για να βγει απ’ τις σκοτεινές κι εκείνη αποθήκες και ειρκτές της και ν’ αποκτήσει οντότητα, καίτοι ολίγον αγράμματη και εξαιρετικά υπερφίαλη. Αλλά είχε μάθει πως σημασία έχει το φαίνεσθαι κι όχι το είναι!
Κάτι τέτοια ανέσυρε η σκέψη μου και δεν πρόλαβα να οργανωθώ, όταν περπατώντας σκοντάψαμε πάνω στον Βύρωνα, που έπαιρνε στην πλατεία τον καφέ του. Συνεσταλμένος και γελαστός, μας κάλεσε στην παρέα του. Πριν προλάβω να τον χαιρετήσω εγώ, έσπευσε η Μίνα και του άπλωσε το χέρι της διαχυτικότατη.
«Ω γεια σου, Βύρωνα», έκραξε σκάζοντας ένα χαμόγελο που φώτισε το πρόσωπό της ολόκληρο κι αφήνοντας κάγκελο εμένα. «Δεν ξέρεις πόσο χαίρομαι γι’ αυτή την τυχαία μας συνάντηση», συνέχισε την επίθεση φιλίας. «Θέλω από καιρό να τα πούμε, να σε συγχαρώ για την όλη σου δραστηριότητα και προσφορά σου στον τόπο», το προχωρούσε ασυγκράτητη η Ασημίνα, ενώ άνοιγε για μένα δίπλα ένα βάραθρο και με κατάπινε.
«Ευχαριστώ πολύ», ψέλλισε ο Βύρων, «σιγά, δεν κάνω και τίποτε σπουδαίο…»
«Α όχι, πρέπει να λέμε την αλήθεια», τον διέκοψε βιαίως η Μίνα. Σε διαβάζω αδιαλείπτως, γράφεις εξαιρετικά, μερικά σου άρθρα είναι υπέροχα, και να μην πω για τους πίνακές σου, είναι θαυμάσιοι, δεν έχω χάσει έκθεσή σου, ελπίζω πως και με το θέατρο θα έχουμε την ευκαιρία να απολαύσουμε δείγματα υψηλής τέχνης! Δέξου τα συγχαρητήριά μου», ολοκλήρωσε μεγαλόστομα η Μίνα και στρογγυλοκάθισε δίπλα του, πριν καν αυτός το προτείνει.
Συνέχισε τα εγκώμια εκείνη και του πρόσθετε με κάθε κουβέντα της κι ένα επιπλέον φωτοστέφανο, κάνοντάς τον να κοκκινίζει ο άνθρωπος από ντροπή.
«Τι να του ’λεγα, είδες με τι καμάρι με άκουγε;» απολογήθηκε αυτάρεσκα η Μίνα όταν μας αποχαιρέτησε ο Βύρων, χωρίς φυσικά να της το ζητήσω. «Ψοφάνε για τέτοια οι άνθρωποι αυτοί, τον δούλευα κι αυτός δεν κατάλαβε τίποτε»!
Τι να καταλάβει αυτός; Κατάλαβα εγώ που ένιωσα ένα ρίγος να διαπερνά το κορμί μου και μικρές σεισμικές δονήσεις να ταλαιπωρούν την ψυχή μου!
Μα δεν έφτασε αυτό. Λίγες μέρες μετά… ο ψευδάργυρος δημοσίευσε στον τοπικό τύπο κι ένα κολακευτικό άρθρο για τον Βύρωνα, εκθειάζοντας τον πολύπλευρο ταλέντο του στις εικαστικές γενικά τέχνες, μα και στο γραπτό λόγο, προαναγγέλλοντας μάλιστα και τη δεδομένη κι αναμφισβήτητη και στο θέατρο επιτυχία του!
Να κλαις και να γελάς…