ΙΧΝΗΛΑΤΩΝΤΑΣ…θέσεις για το ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ, την ΦΥΣΗ, το ΚΥΝΗΓΙ: Γράφει ο Κώστας Λύτρας
Μια ολόκληρη γενιά παιδιών μεγαλώνουν σήμερα κλεισμένα σε διαμερίσματα, αποκλεισμένα από τη χορταριασμένη γη, «συνδεδεμένα» με την οθόνη ενός ηλεκτρονικού υπολογιστή…
Η μόνη τους επαφή με τη φύση, την άγρια ζωή και την ύπαιθρο, είναι τα ντοκιμαντέρ του National Geographic, όταν βέβαια δεν βλέπουν…Big Brother, και Survivor !
Α ναι, υπάρχουν και τα λεγόμενα προγράμματα «περιβαλλοντικής εκπαίδευσης» στο σχολείο. Όπου συνήθως άνθρωποι καλών προθέσεων, προσπαθούν να περιγράψουν στα παιδιά, πράγματα που και οι ίδιοι δεν έχουν δει, πράγματα που και οι ίδιοι δεν γνωρίζουν.
Η «περιβαλλοντική εκπαίδευση» αντανακλά την οπτική γωνία και την αντίληψη που έχει για τον κόσμο ένας ενήλικας, όχι όμως τις ανάγκες ενός παιδιού.
Εκπαιδευτικοί προσπαθούν να μεταδώσουν γνώση και…ευθύνες για τη φύση στα παιδιά, χωρίς προηγουμένως να έχει επιχειρηθεί το αυτονόητο: κάποιος να τα κάνει να την αγαπήσουν!
Γνώση χωρίς αγάπη όμως, δεν διατηρείται…
Όπως οι περισσότεροι της γενιάς μου μεγάλωσαν σε αλάνες.
Τα πρώτα «μπουσουλήματα» τα έκαναν στο χώμα, η πρώτη εικόνα του κόσμου ήταν το χωριό, τα βουνά και η θάλασσα, τα πρώτα πεσίματα έγιναν από λιόδενδρα, τα πρώτα χάδια τα πρόσφεραν σε κεφάλια τσοπανόσκυλων.
Ως προς αυτό θεωρώ τον εαυτό μου τυχερό, θεωρώ τη γενιά μου κερδισμένη.
Σήμερα, μια ολόκληρη γενιά μεγαλώνει σε τσιμεντένια κουτιά, και ένας νέος «πολιτισμός της παιδικής ηλικίας» διαμορφώνεται από την τηλεόραση, το ίντερνετ και τις φοβίες των κηδεμόνων για οτιδήποτε επεκτείνεται πέραν των δομημένων τετραγωνικών του διαμερίσματος ή της πολυκατοικίας…
Αυτή η αποξένωση των παιδιών από την αδόμητη γη και τη φύση, έχει μέσα της κάτι μελαγχολικό. Πρόκειται για μια απώλεια εμπειρίας, για την απώλεια της δυνατότητας να τρέξουν, να μυρίσουν τη βρεγμένη γη, να εξερευνήσουν και να αλληλεπιδράσουν με τον φυσικό κόσμο. Αναλογίζομαι συχνά πόσο δραματικά έχει αλλάξει ο κόσμος μας. Κι όταν αρχίζουν οι αναπόφευκτες συγκρίσεις με το χθες, τότε νιώθω την απελπισία να με τυλίγει ολοένα και πιο σφιχτά.
Μη σκεφτείτε πως μου συμβαίνει το σύνηθες, δηλαδή να ανακαλύπτω τα πλεονεκτήματα της γενιάς μου απαξιώνοντας τις ικανότητες της διαδόχου νεολαίας, την οποία, αν μη τι άλλο, σέβομαι, εκτιμώ και προασπίζομαι. Διότι πολύ απλά αποτελεί το μέλλον και την ελπίδα.
Όμως, κανείς δεν φαίνεται να νοιάζεται πραγματικά γι’ αυτήν τη διαδοχή. Για την Παιδεία, τις ανάγκες, τις προτεραιότητες και τους στόχους της. Οι ιθύνοντες, εκείνοι που παίρνουν αποφάσεις οι οποίες σημαδεύουν το μέλλον των νέων ανθρώπων, ζουν προφανώς στο δικό τους, φθαρμένο κόσμο. Και αδιαφορούν οικτρά. Ακόμα και όταν τους υποδεικνύεις κάτι που παρέλειψαν, αντιδρούν με επιδερμική διάθεση, στα όρια της υπολειτουργικότητας και της ανεύθυνης ακαμψίας. Συμπεριφέρονται σαν πάσχοντες από μη αναστρέψιμη βαρηκοΐα…
Όταν τα παιδιά μου πρωτάκουσαν το ουρλιαχτό του τσάκαλου, δεν είχαν πάει ακόμα σχολείο. Ήταν μια νύχτα του Νοέμβρη, η οικογένεια είχε πάει στο χωριό, και το τσακάλι ούρλιαζε 300 μέτρα μακριά από το σπίτι…
Κάθε χρόνο από τότε περίμεναν να το ξανακούσουν, ήθελαν να το ξανακούσουν και, όταν ακουγόταν, απαιτούσαν να βγούμε έξω με φακούς για να τους το δείξω…
Φέτος, στο ίδιο μέρος φιλοξένησα ένα ζευγάρι 40άρηδων με τα παιδιά τους. Το τσακάλι ούρλιαξε πάλι τη νύχτα και η οικογένεια έφυγε σύσσωμη το άλλο πρωί για έναν…πιο «πολιτισμένο» τόπο.
Προφανώς, έβρισκαν πιο γοητευτικά τα τσακάλια του National Geographic!
Κι ο κόσμος τούτος συνεχίζει να πορεύεται στην ομίχλη του ακάθεκτα. Κανείς δεν θέλει να βλέπει, να ακούει και να σκέφτεται.