17.8 C
Arta
28 Απριλίου 2024

O Δάκης…

Διαβάστε επίσης

Μικρά και Αγαπημένα του Δημήτρη Βλαχοπάνου

Ο Λεωνίδας ήταν ομολογουμένως ένα χρυσό παιδί. Τον εκτιμούσαν όλοι οι συνάδελφοί του εκεί στην Πυροσβεστική που υπηρετούσε, τον αγαπούσαμε κι εμείς τα γυμνασιόπαιδα που μέναμε στα πέριξ και τον γνωρίζαμε. Ήταν κι όμορφος ο Λεωνίδας, με το χαμόγελο και τ’ αστεία του πάντα. Γι’ αυτό και του την πέφτανε οι κοπελιές του θηλέων. Είχε και το μισθό του, τα μοντέρνα του ρούχα, τις βόλτες στην αγορά, την άνεση γενικώς που δεν είχαμε εμείς τα κακόμοιρα του αρρένων, που τον νιώθαμε σχεδόν συνομήλικο, αν και δυο τρία χρόνια μεγαλύτερός μας.
Του άρεσε η Γεωργία, που τη φωνάζανε οι συμμαθήτριές της Τζορτζίνα. Και δεν καθυστέρησε να τη ρίξει. Μια δυο φορές κοιταχτήκανε, της χάρισε ένα μήλο εκείνος, ανταπέδωσε από ευγένεια μ’ ένα πορτοκάλι εκείνη, της είπε πως την είδε όνειρο, του είπε πως είχε την κουβέντα του με κάτι ξαδέρφια της στο χωριό, μ’ αυτά και μ’ εκείνα προχωρούσε το πράγμα κι έφτασε στο ζενίθ!
Κι αγαπηθήκανε τα παιδιά, μα κρατούσαν τον έρωτα μυστικό. Και βγαίνανε ραντεβού τα βραδάκια σε απόμερους δρόμους και, όταν τα αίματα ανάβανε, ανεβαίνανε προς το Κάστρο, με τα πανύψηλα δέντρα και τους θάμνους ανάμεσά τους. Μα του ζήτησε η Τζορτζίνα και συναίνεσε εκείνος, για λόγους προφανώς κάλυψης, και του κόλλησε το χαϊδευτικό και μοντέρνο Δάκης. Έπαιζε τότε ανάμεσα στα κορίτσια κι ο γνωστός τραγουδιστής Δάκης με την ωραία φωνή και το εξίσου ωραίο χαμόγελο. Μα κανενός το μυαλό δεν υπήρχε περίπτωση να υποψιαστεί πως θα μπορούσε ο Λεωνίδας να γίνει ποτέ Δάκης. Μα στα ερωτευμένα ζευγάρια γίνονται αυτά. Κι άλλα πολλά. Εφευρέτης ο έρως!
Εφευρέτης μα και γεμάτος αγκάθια. Πήρε μυρουδιά η Σόνια, συγκάτοικος στο δίπλα δωμάτιο με την Τζορτζίνα, που έλαβε τ’ όνομα της γιαγιάς της Θεοδοσίας, μα το έκανε Σόνια εκείνη και τα παιδιά την πειράζανε βγάζοντάς της το παραγκώμι Σοσόνια. Έβλεπε το παράθυρο του δωματίου της στην αυλή όπου παίζανε τάβλι τις ελεύθερες ώρες τους οι πυροσβέστες και τον κάρφωνε τον Λεωνίδα, περιμένοντας να της δώσει σημασία κι εκείνος. Ματαίως. Ώσπου την έζωσαν τα φίδια πως κάτι τελικά παίζει με την Τζορτζίνα. Και μπήκε σε περιπέτειες τώρα. Ανήκε και στην αφρόκρεμα των αριστούχων μαθητριών και της φαινόταν πως είναι και ο έρωτας σαν τα μαθήματα και τους βαθμούς.
Κρατούσε στα χέρια της το βιβλίο και το ’πιανε στο παράθυρο για ν’ αγναντέψει και να καταγράψει. Το μυαλό της κουρκούτι. Κι η ψυχή της μπαρούτη. Έλειπε ο Δάκης, έλειπε και η Τζοτζίνα. Άρα;
Έπνιγε την οργή της κι έκανε την καρδιά πέτρα. Είχε συμμάχους της τους δύο Φωτάκηδες, που μένανε στο δίπλα δωμάτιο και τους φωνάζαμε τον έναν χοντρό και τον άλλον λιανό για να τους ξεχωρίζουμε. Τους έγραφε τις ασκήσεις στη γραμματική και στο συντακτικό και τους έβαζε να της κάνουν χατίρια. Και τους έδινε ραβασάκια για να τα εγχειρίζουν στον Λεωνίδα. Και του ’γραφε εναντίον της Τζορτζίνας ζητώντας του να τα φτιάξει μαζί της. Έπαιρνε τα χαρτάκια ο Λεωνίδας και τα ’καιγε χωρίς καν να τ’ ανοίξει. Κι ήταν πολύ διακριτικός και δεν ήθελε να δίνει δικαίωμα. Καμιά στη Σόνια ανταπόκριση. Και σκύλιαζε η Σόνια και κατέστρωνε σχέδια.
«Θα πάρετε την Τζορτζίνα από πίσω και θα δείτε πού πάει μ’ αυτόν τον αγράμματο και τι κάνουν», παράγγειλε τελικά στους Φωτάκηδες. «Μη σας πάρουν χαμπάρι, θα κάνω τα βιβλία σας κομμάτια», αγρίευε και περίμενε με την καρδιά να χτυπά σαν ταμπούρλο.
«Περπάταγαν χέρι χέρι και μετά την πήρε αγκαλιά και χώθηκαν σε κάτι δέντρα», της δίνανε αναφορά τα παιδιά, φουσκώνοντας κάπως τα πράγματα, και την έκαναν να κλατάρει τη Σόνια.
Συνεχίστηκε το παιχνίδι με τα ραβασάκια και τους κατασκόπους, μα δεν έφερε αποτέλεσμα. Τουναντίον, το έπαιρνε απόφαση η Σόνια πως πέταξε το πουλί. Κι ένα απόγευμα ξεχείλισε μέσα η ψυχή της κι έσπασε το φράγμα. Πήρε ένα βιβλίο στα χέρια, αναψοκοκκίνισε κι άρχισε τον εξάψαλμο στον έρμο τον Δάκη. Την άκουγα και δεν πίστευα πως μπορεί ένας άνθρωπος να απευθύνεται με τέτοιο τρόπο αισχρό σ’ έναν άλλον που δεν του ’φταιξε τίποτε. Τι αγράμματο τον είπε τον Δάκη, τι αμόρφωτο και χαζό, κουτορνίθι και βλάκα, τέτοια. Μα άφησε η Σόνια το καλύτερο για το τέλος και μ’ άφησε άφωνο εμένα.
Είσαι πολύ μικρός, βρε κακόμοιρε, για να καταδεχτώ εγώ να τα φτιάξω μαζί σου»!!!
Άχνα δεν έβγαλε ο Δάκης. Πρόλαβε και χώθηκε στα γραφεία και την άφησε να γαυγίζει και ν’ απευθύνεται εις ώτα μη ακουόντων!
Λίγα χρόνια μετά, Τζορτζίνα και Δάκης δέθηκαν με τα δεσμά του γάμου. Κι έμεινε η Σόνια με το παράπονο και τα μεγάλα κενά μέσα της.

Διαβάστε επίσης

spot_img

Τελευταία Νέα